κλειτύς: Difference between revisions
ὦ θάνατε παιάν, μή μ᾽ ἀτιμάσῃς μολεῖν· μόνος γὰρ εἶ σὺ τῶν ἀνηκέστων κακῶν ἰατρός, ἄλγος δ᾽ οὐδὲν ἅπτεται νεκροῦ. → O death, the healer, reject me not, but come! For thou alone art the mediciner of ills incurable, and no pain layeth hold on the dead.
(7) |
|||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kleitys | |Transliteration C=kleitys | ||
|Beta Code=kleitu/s | |Beta Code=kleitu/s | ||
|Definition=ύος, ἡ, acc. pl. | |Definition=ύος, ἡ, acc. pl. κλειτῦς Il.16.390: ([[κλίνω]]):—[[slope]], [[hillside]], Il.l.c., Od.5.470; Παρνησίαν ὑπὲρ κλειτύν [[Sophocles|S.]]''[[Antigone|Ant.]]''1145 (lyr.), cf. Limen.2; Τιρυνθίαν πρὸς κ. S.''Tr.''271, etc.; <b class="b3">τὰ ἐγ Κλειτύϊ</b> (placename) ''IG''12(5).1076.38 (Ceos, iv/iii B.C.). [ῡ in acc. κλειτύν Od. [[l.c.]], elsewhere ῠ S.''Tr.''l.c., etc.: freq. written κλι- in codd., but κλει- in ''IG'' and Limen.Il.cc., cf. Hdn.Gr.2.416.] | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Α [[κλειτύς]] και [[κλιτύς]], -ύος)<br />κατηφορική [[πλαγιά]] όρους ή λόφου, [[βουνοπλαγιά]], [[κατωφέρεια]] («πολλὰς δὲ κλιτῡς τότ' ἀποτμήγουσι χαράδραι», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κλίνω]]. Η λ. εμφανίζει την απαθή [[βαθμίδα]] <i>κλει</i>- της ρίζας]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κλειτύς zie κλιτύς. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:35, 13 November 2024
English (LSJ)
ύος, ἡ, acc. pl. κλειτῦς Il.16.390: (κλίνω):—slope, hillside, Il.l.c., Od.5.470; Παρνησίαν ὑπὲρ κλειτύν S.Ant.1145 (lyr.), cf. Limen.2; Τιρυνθίαν πρὸς κ. S.Tr.271, etc.; τὰ ἐγ Κλειτύϊ (placename) IG12(5).1076.38 (Ceos, iv/iii B.C.). [ῡ in acc. κλειτύν Od. l.c., elsewhere ῠ S.Tr.l.c., etc.: freq. written κλι- in codd., but κλει- in IG and Limen.Il.cc., cf. Hdn.Gr.2.416.]
Greek Monolingual
η (Α κλειτύς και κλιτύς, -ύος)
κατηφορική πλαγιά όρους ή λόφου, βουνοπλαγιά, κατωφέρεια («πολλὰς δὲ κλιτῡς τότ' ἀποτμήγουσι χαράδραι», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλίνω. Η λ. εμφανίζει την απαθή βαθμίδα κλει- της ρίζας].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κλειτύς zie κλιτύς.