Τιρύνθιος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ζῷον τοῦτο οὐ μονῆρες καὶ αὐθέκαστον, ἀλλὰ κοινωνικὸν καὶ πολιτικόν → this animal is not solitary and self-sufficient, but social and political

Source
(sl1)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=α, ον :<br />de Tirynthe ; ἡ Τιρυνθίη [[χώρη]] HDT le territoire de Tirynthe ; [[οἱ]] Τιρύνθιοι HDT les Tirynthiens.<br />'''Étymologie:''' [[Τίρυνς]].
|btext=α, ον :<br />de Tirynthe ; ἡ Τιρυνθίη [[χώρη]] HDT le territoire de Tirynthe ; οἱ Τιρύνθιοι HDT les Tirynthiens.<br />'''Étymologie:''' [[Τίρυνς]].
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>Τῑρύνθιος</b><br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b>Tirynthian [[πρόσθε]] ποτὲ Τιρύνθιον ἔπερσαν [[αὐτῷ]] στρατὸν μυχοῖς ἥμενον Ἄλιδος Μολίονες ὑπερφίαλοι (O. 10.31) pro subs., Τλαπολέμῳ Τιρυνθίων ἀρχαγέτᾳ (O. 7.78) ([[Τελαμών]]), τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον [[ἆγε]] (sc. [[Ἡρακλέης]]) σὺν Τιρυνθίοισιν πρόφρονα σύμμαχον (I. 6.28)
|sltr=<b>Τῑρύνθιος</b> [[Tirynthian]] [[πρόσθε]] ποτὲ Τιρύνθιον ἔπερσαν [[αὐτῷ]] στρατὸν μυχοῖς ἥμενον Ἄλιδος Μολίονες ὑπερφίαλοι (O. 10.31) pro subs., Τλαπολέμῳ Τιρυνθίων ἀρχαγέτᾳ (O. 7.78) ([[Τελαμών]]), τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον [[ἆγε]] (sc. [[Ἡρακλέης]]) σὺν Τιρυνθίοισιν πρόφρονα σύμμαχον (I. 6.28)
}}
{{elru
|elrutext='''Τῑρύνθιος:''' <b class="num">II</b> ὁ [[тиринфянин]] Pind., Her.<br />тиринфский Pind., Her., Soph., Eur.
}}
}}

Latest revision as of 08:40, 11 May 2023

French (Bailly abrégé)

α, ον :
de Tirynthe ; ἡ Τιρυνθίη χώρη HDT le territoire de Tirynthe ; οἱ Τιρύνθιοι HDT les Tirynthiens.
Étymologie: Τίρυνς.

English (Slater)

Τῑρύνθιος Tirynthian πρόσθε ποτὲ Τιρύνθιον ἔπερσαν αὐτῷ στρατὸν μυχοῖς ἥμενον Ἄλιδος Μολίονες ὑπερφίαλοι (O. 10.31) pro subs., Τλαπολέμῳ Τιρυνθίων ἀρχαγέτᾳ (O. 7.78) (Τελαμών), τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε (sc. Ἡρακλέης) σὺν Τιρυνθίοισιν πρόφρονα σύμμαχον (I. 6.28)

Russian (Dvoretsky)

Τῑρύνθιος: IIтиринфянин Pind., Her.
тиринфский Pind., Her., Soph., Eur.