πολιοπλόκαμος: Difference between revisions

From LSJ

εἰ πλείονα δ' εἰδείης Σισύφου → if you were more intelligent than Sisyphus

Source
(10)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=polioplokamos
|Transliteration C=polioplokamos
|Beta Code=polioplo/kamos
|Beta Code=polioplo/kamos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">greyhaired</b>, <span class="bibl">Q.S.14.14</span>.</span>
|Definition=πολιοπλόκαμον, [[greyhaired]], Q.S.14.14.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0655.png Seite 655]] mit grauen Locken, Haaren, Qu. Sm. 14, 14.
}}
{{ls
|lstext='''πολιοπλόκᾰμος''': -ον, ὁ ἔχων τοὺς πλοκάμους τῆς [[κόμης]] πολιούς, ἀσπρομάλλης, Κόϊντ. Σμ. 14, 14, Χρησμ. Σιβ. 11. 68.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει πολιούς πλοκάμους, γκρίζες πλεξίδες στο [[κεφάλι]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πολιός]] «[[ψαρός]], [[υπόλευκος]]» <span style="color: red;">+</span> [[πλόκαμος]] ([[πρβλ]]. [[μελανοπλόκαμος]], [[χρυσοπλόκαμος]])].
}}
}}

Latest revision as of 12:25, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολιοπλόκᾰμος Medium diacritics: πολιοπλόκαμος Low diacritics: πολιοπλόκαμος Capitals: ΠΟΛΙΟΠΛΟΚΑΜΟΣ
Transliteration A: polioplókamos Transliteration B: polioplokamos Transliteration C: polioplokamos Beta Code: polioplo/kamos

English (LSJ)

πολιοπλόκαμον, greyhaired, Q.S.14.14.

German (Pape)

[Seite 655] mit grauen Locken, Haaren, Qu. Sm. 14, 14.

Greek (Liddell-Scott)

πολιοπλόκᾰμος: -ον, ὁ ἔχων τοὺς πλοκάμους τῆς κόμης πολιούς, ἀσπρομάλλης, Κόϊντ. Σμ. 14, 14, Χρησμ. Σιβ. 11. 68.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει πολιούς πλοκάμους, γκρίζες πλεξίδες στο κεφάλι του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολιός «ψαρός, υπόλευκος» + πλόκαμος (πρβλ. μελανοπλόκαμος, χρυσοπλόκαμος)].