ἔκκεντρος: Difference between revisions

From LSJ

πέτρην κοιλαίνει ρανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ → constant dropping wears away a stone, constant dripping will wear away the hardest stone, little strokes fell big oaks, constant dripping wears the stone, constant dropping wears the stone, constant dripping will wear away a stone

Source
(big3_13)
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ekkentros
|Transliteration C=ekkentros
|Beta Code=e)/kkentros
|Beta Code=e)/kkentros
|Definition=ον, Astron., <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> κύκλος <b class="b2">not having the earth as centre, eccentric</b>, <span class="bibl">Cleom.1.6</span>, <span class="bibl">Gem.1.34</span>, Ptol.<span class="title">Alm.</span>3.3, etc. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <b class="b2">not occupying a cardinal point</b>, opp. <b class="b3">ἔγκ</b>., <span class="bibl">Vett.Val.97.11</span>.</span>
|Definition=ἔκκεντρον, Astron.,<br><span class="bld">A</span> κύκλος [[not having the earth as centre]], [[eccentric]], Cleom.1.6, Gem.1.34, Ptol.''Alm.''3.3, etc.<br><span class="bld">II</span> [[not occupying a cardinal point]], opp. [[ἔγκ]]., Vett.Val.97.11.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />astr. [[excéntrico]], [[cuyo centro no coincide con el de la esfera celeste]] ἡ (ὑπόθεσις) τῶν ἐκκέντρων κύκλων Theo Sm.166, cf. Procl.<i>Hyp</i>.1.34, <i>in Ti</i>.3.96.27, αἱ καλούμεναι ἔκκεντροι σφαῖραι Simp.<i>in Cael</i>.32.8, cf. Chal.<i>Comm</i>.80, (τῶν πλανητῶν) οἱ κύκλοι Posidon.18, cf. Theo Sm.154, 155, ὁ ἔ. κύκλος ref. la órbita solar, Gem.1.34, cf. Cleom.1.4.58, Ptol.<i>Alm</i>.3.3<br /><b class="num">•</b>astrol. [[que no coincide con los puntos cardinales del círculo zodiacal]] οἱ ἀστέρες Vett.Val.92.24, 31, cf. <i>Cat.Cod.Astr</i>.8(1).261.16.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 14: Line 17:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔκκεντρος''': -ον, ἐκτὸς τοῦ κέντρου, μακρὰν [[αὐτοῦ]], Πολ. ἀντίθετον τῷ σύγκεντρος.
|lstext='''ἔκκεντρος''': -ον, ἐκτὸς τοῦ κέντρου, μακρὰν αὐτοῦ, Πολ. ἀντίθετον τῷ σύγκεντρος.
}}
}}
{{DGE
{{grml
|dgtxt=-ον<br />astr. [[excéntrico]], [[cuyo centro no coincide con el de la esfera celeste]] ἡ (ὑπόθεσις) τῶν ἐκκέντρων κύκλων Theo Sm.166, cf. Procl.<i>Hyp</i>.1.34, <i>in Ti</i>.3.96.27, αἱ καλούμεναι ἔκκεντροι σφαῖραι Simp.<i>in Cael</i>.32.8, cf. Chal.<i>Comm</i>.80, (τῶν πλανητῶν) οἱ κύκλοι Posidon.18, cf. Theo Sm.154, 155, ὁ ἔ. κύκλος ref. la órbita solar, Gem.1.34, cf. Cleom.1.4.58, Ptol.<i>Alm</i>.3.3<br /><b class="num"></b>astrol. [[que no coincide con los puntos cardinales del círculo zodiacal]] οἱ ἀστέρες Vett.Val.92.24, 31, cf. <i>Cat.Cod.Astr</i>.8(1).261.16.
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἔκκεντρος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που βρίσκεται έξω από το [[κέντρο]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> [[μηχανισμός]] που προορίζεται να μετατρέψει μια ομαλή κυκλική [[κίνηση]] σε ευθύγραμμη εναλλασσόμενη<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που στρέφεται [[γύρω]] από άξονα ο [[οποίος]] δεν περνά από το [[κέντρο]] του.
}}
}}

Latest revision as of 10:46, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔκκεντρος Medium diacritics: ἔκκεντρος Low diacritics: έκκεντρος Capitals: ΕΚΚΕΝΤΡΟΣ
Transliteration A: ékkentros Transliteration B: ekkentros Transliteration C: ekkentros Beta Code: e)/kkentros

English (LSJ)

ἔκκεντρον, Astron.,
A κύκλος not having the earth as centre, eccentric, Cleom.1.6, Gem.1.34, Ptol.Alm.3.3, etc.
II not occupying a cardinal point, opp. ἔγκ., Vett.Val.97.11.

Spanish (DGE)

-ον
astr. excéntrico, cuyo centro no coincide con el de la esfera celeste ἡ (ὑπόθεσις) τῶν ἐκκέντρων κύκλων Theo Sm.166, cf. Procl.Hyp.1.34, in Ti.3.96.27, αἱ καλούμεναι ἔκκεντροι σφαῖραι Simp.in Cael.32.8, cf. Chal.Comm.80, (τῶν πλανητῶν) οἱ κύκλοι Posidon.18, cf. Theo Sm.154, 155, ὁ ἔ. κύκλος ref. la órbita solar, Gem.1.34, cf. Cleom.1.4.58, Ptol.Alm.3.3
astrol. que no coincide con los puntos cardinales del círculo zodiacal οἱ ἀστέρες Vett.Val.92.24, 31, cf. Cat.Cod.Astr.8(1).261.16.

German (Pape)

[Seite 762] excentrisch, Mathem.

Greek (Liddell-Scott)

ἔκκεντρος: -ον, ἐκτὸς τοῦ κέντρου, μακρὰν αὐτοῦ, Πολ. ἀντίθετον τῷ σύγκεντρος.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἔκκεντρος, -ον)
1. αυτός που βρίσκεται έξω από το κέντρο
2. το ουδ. ως ουσ. μηχανισμός που προορίζεται να μετατρέψει μια ομαλή κυκλική κίνηση σε ευθύγραμμη εναλλασσόμενη
αρχ.
αυτός που στρέφεται γύρω από άξονα ο οποίος δεν περνά από το κέντρο του.