ἄεθλον: Difference between revisions

From LSJ

τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας· μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται. (2Thess 2:7) → For the mystery of lawlessness is already at workjust at work until the one who is now constraining it is taken out.

Source
mNo edit summary
mNo edit summary
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=aethlon
|Transliteration C=aethlon
|Beta Code=a)/eqlon
|Beta Code=a)/eqlon
|Definition=τό, ἄεθλος, ὁ, Ep. and Ion. for <b class="b3">ἆθλον, ἆθλος</b>.
|Definition=τό, [[ἄεθλος]], ὁ, Ep. and Ion. for [[ἆθλον]], [[ἆθλος]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0038.png Seite 38]] τό, ep. u. Ion. = [[ἆθλον]], öfter bei Hom., z. B. Iliad. 22, 163 Od. 21, 106, überall in der Bdtg »Kampfpreis«, nie in der Bdtg »Wettkampf«, s. Lehrs Aristarch. 151. – Her. 8, 93 u. sp. D.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0038.png Seite 38]] τό, ep. u. Ion. = [[ἆθλον]], öfter bei Hom., z. B. Iliad. 22, 163 Od. 21, 106, überall in der Bdtg »Kampfpreis«, nie in der Bdtg »Wettkampf«, s. Lehrs Aristarch. 151. – Her. 8, 93 u. sp. D.
}}
{{bailly
|btext=<i>ion. c.</i> [[ἆθλον]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἄεθλον:''' эп. = [[ἆθλον]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄεθλον''': τό, ἄεθλος, ὁ, Ἐπ. καὶ Ἰων. ἀντὶ τοῦ [[ἆθλον]], [[ἆθλος]].
|lstext='''ἄεθλον''': τό, ἄεθλος, ὁ, Ἐπ. καὶ Ἰων. ἀντὶ τοῦ [[ἆθλον]], [[ἆθλος]].
}}
{{bailly
|btext=<i>ion. c.</i> [[ἆθλον]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
Line 23: Line 26:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[ἄεθλον]] (ᾰελτ;γτ;-, ᾰε̄-, αε-. neut. guaranteed, (O. 1.3) (O. 9.108), (P. 10.24), (N. 9.9) ) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>a</b> [[prize]] Τλαπολέμῳ [[ἵσταται]] μήλων τε κνισάεσσα πομπὰ καὶ [[κρίσις]] ἀμφ' ἀέθλοις (O. 7.80) [[τοῦτο]] δὲ προσφέρων [[ἄεθλον]] (τὸν ὕμνον. Σ.) (O. 9.108) τὸ δὲ [[παθεῖν]] εὖ πρῶτον ἀέθλων (P. 1.99) τὰ μέγιστ' ἀέθλων [[ἕλῃ]] τόλμᾳ τε καὶ σθένει (P. 10.24) [[ὅστις]] ἁμιλλᾶται περὶ ἐσχάτων ἀέθλων κορυφαῖς (N. 10.32) ἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων (I. 1.18) ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ [[μοῖρα]] (I. 3.9) μαρνάσθω [[τις]] ἔρδων ἀμφἀέθλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών (I. 5.55) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>b</b> [[contest]] ?, v. von der Mühll, M. H., 1954, 52. εἰ δἄεθλα γαρύεν ἔλδεαι (O. 1.3) ἀνὰ δαὐλὸν ἐπαὐτὰν [[ὄρσομεν]] ἱππίων ἀέθλων κορυφάν, ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος i. e. the Pythian games at Sikyon (N. 9.9)
|sltr=[[ἄεθλον]] (ᾰελτ;γτ;-, ᾰε̄-, αε-. neut. guaranteed, (O. 1.3) (O. 9.108), (P. 10.24), (N. 9.9) ) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>a</b> [[prize]] Τλαπολέμῳ [[ἵσταται]] μήλων τε κνισάεσσα πομπὰ καὶ [[κρίσις]] ἀμφ' ἀέθλοις (O. 7.80) [[τοῦτο]] δὲ προσφέρων [[ἄεθλον]] (τὸν ὕμνον. Σ.) (O. 9.108) τὸ δὲ [[παθεῖν]] εὖ πρῶτον ἀέθλων (P. 1.99) τὰ μέγιστ' ἀέθλων [[ἕλῃ]] τόλμᾳ τε καὶ σθένει (P. 10.24) [[ὅστις]] ἁμιλλᾶται περὶ ἐσχάτων ἀέθλων κορυφαῖς (N. 10.32) ἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων (I. 1.18) ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ [[μοῖρα]] (I. 3.9) μαρνάσθω [[τις]] ἔρδων ἀμφἀέθλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών (I. 5.55) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>b</b> [[contest]] ?, v. von der Mühll, M. H., 1954, 52. εἰ δἄεθλα γαρύεν ἔλδεαι (O. 1.3) ἀνὰ δαὐλὸν ἐπαὐτὰν [[ὄρσομεν]] ἱππίων ἀέθλων κορυφάν, ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος i. e. the [[Pythian Games]] at Sikyon (N. 9.9)
}}
[[Category:Ionic Dialect]]
{{lsm
|lsmtext='''ἄεθλον:''' τό, [[ἄεθλος]], ὁ, Επικ. και Ιων. αντί [[ἆθλον]], [[ἆθλος]].
}}
}}
ἠέλιος

Latest revision as of 07:34, 8 November 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄεθλον Medium diacritics: ἄεθλον Low diacritics: άεθλον Capitals: ΑΕΘΛΟΝ
Transliteration A: áethlon Transliteration B: aethlon Transliteration C: aethlon Beta Code: a)/eqlon

English (LSJ)

τό, ἄεθλος, ὁ, Ep. and Ion. for ἆθλον, ἆθλος.

German (Pape)

[Seite 38] τό, ep. u. Ion. = ἆθλον, öfter bei Hom., z. B. Iliad. 22, 163 Od. 21, 106, überall in der Bdtg »Kampfpreis«, nie in der Bdtg »Wettkampf«, s. Lehrs Aristarch. 151. – Her. 8, 93 u. sp. D.

French (Bailly abrégé)

ion. c. ἆθλον.

Russian (Dvoretsky)

ἄεθλον: эп. = ἆθλον.

Greek (Liddell-Scott)

ἄεθλον: τό, ἄεθλος, ὁ, Ἐπ. καὶ Ἰων. ἀντὶ τοῦ ἆθλον, ἆθλος.

English (Autenrieth)

(ἀϝεθ.): (1) prize, athlon prize.— (2) prize-contest.

English (Slater)

ἄεθλον (ᾰελτ;γτ;-, ᾰε̄-, αε-. neut. guaranteed, (O. 1.3) (O. 9.108), (P. 10.24), (N. 9.9) )
   a prize Τλαπολέμῳ ἵσταται μήλων τε κνισάεσσα πομπὰ καὶ κρίσις ἀμφ' ἀέθλοις (O. 7.80) τοῦτο δὲ προσφέρων ἄεθλον (τὸν ὕμνον. Σ.) (O. 9.108) τὸ δὲ παθεῖν εὖ πρῶτον ἀέθλων (P. 1.99) τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ τόλμᾳ τε καὶ σθένει (P. 10.24) ὅστις ἁμιλλᾶται περὶ ἐσχάτων ἀέθλων κορυφαῖς (N. 10.32) ἔν τ' ἀέθλοισι θίγον πλείστων ἀγώνων (I. 1.18) ἔστι δὲ καὶ διδύμων ἀέθλων Μελίσσῳ μοῖρα (I. 3.9) μαρνάσθω τις ἔρδων ἀμφἀέθλοισιν γενεὰν Κλεονίκου ἐκμαθών (I. 5.55)
   b contest ?, v. von der Mühll, M. H., 1954, 52. εἰ δἄεθλα γαρύεν ἔλδεαι (O. 1.3) ἀνὰ δαὐλὸν ἐπαὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν, ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος i. e. the Pythian Games at Sikyon (N. 9.9)

Greek Monotonic

ἄεθλον: τό, ἄεθλος, ὁ, Επικ. και Ιων. αντί ἆθλον, ἆθλος.