διάνημα: Difference between revisions
From LSJ
χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους → we live under a form of government which does not emulate the institutions of our neighbours
(9) |
(1b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[διάνημα]], το (Α) [[διανέω]]<br /><b>1.</b> η [[κλώση]], το [[κλώσιμο]]<br /><b>2.</b> η [[κλωστή]], το [[νήμα]]. | |mltxt=[[διάνημα]], το (Α) [[διανέω]]<br /><b>1.</b> η [[κλώση]], το [[κλώσιμο]]<br /><b>2.</b> η [[κλωστή]], το [[νήμα]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''διάνημα:''' ατος τό [[νέω]] III] нити, пряжа Plat. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:44, 31 December 2018
English (LSJ)
ατος, τό,
A that which is spun, a thread, Pl.Plt.309b.
Greek (Liddell-Scott)
διάνημα: τὸ κλωσθέν, κλωστή, νῆμα, Πλάτ. Πολιτ. 309Β.
Spanish (DGE)
-ματος, τό entramado fig., Pl.Plt.309b.
Greek Monolingual
διάνημα, το (Α) διανέω
1. η κλώση, το κλώσιμο
2. η κλωστή, το νήμα.
Russian (Dvoretsky)
διάνημα: ατος τό νέω III] нити, пряжа Plat.