θύρασι: Difference between revisions
Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν → Bene se modeste gerere peregrinum decet → Den größten Nutzen bringt dem Gast Bescheidenheit
(17) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[θύρασι]](ν) (Α) [[θύρα]]<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> έξω, στην πόρτα, [[εμπρός]] στην πόρτα<br /><b>2.</b> έξω από το [[σπίτι]] ή από τη [[χώρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τοπική [[πτώση]] του [[θύρα]] με [[σημασία]] τοπικού επιρρ.]. | |mltxt=[[θύρασι]](ν) (Α) [[θύρα]]<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> έξω, στην πόρτα, [[εμπρός]] στην πόρτα<br /><b>2.</b> έξω από το [[σπίτι]] ή από τη [[χώρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τοπική [[πτώση]] του [[θύρα]] με [[σημασία]] τοπικού επιρρ.]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''θύρᾱσι:''' -σιν, επίρρ. ([[θύρα]]),<br /><b class="num">1.</b> στην πόρτα έξω, [[εκτός]], Λατ. [[foris]], σε Αριστοφ.<br /><b class="num">2.</b> έξω από το [[σπίτι]], [[εκτός]] χώρας, σε Ευρ. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:08, 30 December 2018
English (LSJ)
θύρ-σιν [ῠ], Adv., (θύρα)
A at the door, without, Ar.V.891,Pax 942, 1023,al. 2 abroad (written θύραισι in codd.), E.El.1074, S. OC401.
German (Pape)
[Seite 1227] draußen vor der Thür; Ar. Vesp. 891 Lys. 353 u. öfter; Eur. El. 1074; außerhalb des Landes, Soph. O. C. 402, v. l. θύραισι.
Greek (Liddell-Scott)
θύρᾱσι: -σιν, Ἐπίρρ. (θύρα) ἐν τῇ θύρᾳ, ἔξω, ἐκτός, Λατ. foris, Ἀριστοφ. Σφηξ. 891, Εἰρ. 942, 1023, κ. ἀλλ. 2) ἔξω τῆς οἰκίας, ἔξω τῆς χώρας, Εὐρ. Ἠλ. 1074. - Συχνάκις γραφόμενον ἐσφαλμένως θύραισι, ἴδε Elmsl. εἰς Σοφ. Ο. Κ. 401.
French (Bailly abrégé)
adv.
1 à la porte, dehors;
2 au dehors, à l’étranger.
Étymologie: θύρα, -σι.
Greek Monolingual
θύρασι(ν) (Α) θύρα
επίρρ.
1. έξω, στην πόρτα, εμπρός στην πόρτα
2. έξω από το σπίτι ή από τη χώρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τοπική πτώση του θύρα με σημασία τοπικού επιρρ.].
Greek Monotonic
θύρᾱσι: -σιν, επίρρ. (θύρα),
1. στην πόρτα έξω, εκτός, Λατ. foris, σε Αριστοφ.
2. έξω από το σπίτι, εκτός χώρας, σε Ευρ.