ονοκοίτης: Difference between revisions

From LSJ

Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank

Menander, Monostichoi, 347
(29)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀνοκοίτης]], ὁ (Α)<br />(ως χλευαστική [[προσωνυμία]] που δόθηκε από τους Εθνικούς στον Ιησού Χριστό) αυτός που κείται σε [[φάτνη]] όνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνος]] <span style="color: red;">+</span> [[κοίτη]] (<b>πρβλ.</b> <i>ανεμο</i>-<i>κοίτης</i>)].
|mltxt=[[ὀνοκοίτης]], ὁ (Α)<br />(ως χλευαστική [[προσωνυμία]] που δόθηκε από τους Εθνικούς στον Ιησού Χριστό) αυτός που κείται σε [[φάτνη]] όνου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὄνος]] <span style="color: red;">+</span> [[κοίτη]] ([[πρβλ]]. [[ανεμοκοίτης]])].
}}
}}

Latest revision as of 08:51, 8 May 2023

Greek Monolingual

ὀνοκοίτης, ὁ (Α)
(ως χλευαστική προσωνυμία που δόθηκε από τους Εθνικούς στον Ιησού Χριστό) αυτός που κείται σε φάτνη όνου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνος + κοίτη (πρβλ. ανεμοκοίτης)].