σημαντρίδα: Difference between revisions
From LSJ
οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time
(37) |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[σημαντρίς]], - | |mltxt=η / [[σημαντρίς]], -ίδος, ΝΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[δισκίο]] άζυμου άρτου με το οποίο σφράγιζαν παλαιότερα επιστολές ή έγγραφα, η όστια<br /><b>2.</b> η [[σφράγιση]] επιστολών<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[σημαντρὶς]] γῆ» — [[χώμα]], [[πηλός]] [[κατάλληλος]] για την [[τοποθέτηση]] σφραγίδων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σημαίνω]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -[[τρίς]], -<i>τρίδος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>πλυν</i>-[[τρίς]] / <i>πλυν</i>-<i>τρίδα</i>)]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:15, 1 March 2024
Greek Monolingual
η / σημαντρίς, -ίδος, ΝΑ
νεοελλ.
1. δισκίο άζυμου άρτου με το οποίο σφράγιζαν παλαιότερα επιστολές ή έγγραφα, η όστια
2. η σφράγιση επιστολών
αρχ.
φρ. «σημαντρὶς γῆ» — χώμα, πηλός κατάλληλος για την τοποθέτηση σφραγίδων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σημαίνω + επίθημα -τρίς, -τρίδος (πρβλ. πλυν-τρίς / πλυν-τρίδα)].