συγκίνημα: Difference between revisions

From LSJ

Ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → Whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Plato, Laws, 719c
(39)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[συγκινῶ]]<br />ταυτόχρονη [[κίνηση]].
|mltxt=τὸ, Α [[συγκινῶ]]<br />ταυτόχρονη [[κίνηση]].
}}
{{elru
|elrutext='''συγκίνημα:''' ατος (ῑ) ἡ совместное движение или возбуждение Sext.
}}
}}

Revision as of 09:32, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκῑνημα Medium diacritics: συγκίνημα Low diacritics: συγκίνημα Capitals: ΣΥΓΚΙΝΗΜΑ
Transliteration A: synkínēma Transliteration B: synkinēma Transliteration C: sygkinima Beta Code: sugki/nhma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A commotion, S.E.M.9.170 (but f.l. for κίνημα).

German (Pape)

[Seite 967] τό, das Mitbewegte; auch = Folgdm, Schol. Aesch. Pers. 412.

Greek (Liddell-Scott)

συγκίνημα: [ῑ], τό, συγκίνησις, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 9. 170 (διάφ. γραφ. κίνημα).

Greek Monolingual

τὸ, Α συγκινῶ
ταυτόχρονη κίνηση.

Greek Monolingual

τὸ, Α συγκινῶ
ταυτόχρονη κίνηση.

Russian (Dvoretsky)

συγκίνημα: ατος (ῑ) ἡ совместное движение или возбуждение Sext.