τοιχωρυχία: Difference between revisions

From LSJ

ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει → take up thy bed and walk, take up your bed and walk, pick up your mat and walk

Source
(41)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΑ [[τοιχωρυχῶ]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[τοιχωρυχώ]].
|mltxt=η, ΝΑ [[τοιχωρυχῶ]]<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[τοιχωρυχώ]].
}}
{{elru
|elrutext='''τοιχωρῠχία:''' ἡ кража со взломом Xen.
}}
}}

Revision as of 12:48, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τοιχωρῠχία Medium diacritics: τοιχωρυχία Low diacritics: τοιχωρυχία Capitals: ΤΟΙΧΩΡΥΧΙΑ
Transliteration A: toichōrychía Transliteration B: toichōrychia Transliteration C: toichorychia Beta Code: toixwruxi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A housebreaking, X.Ap.25, D.H.4.24.

German (Pape)

[Seite 1125] ἡ, das Durchbohren der Wand, der Einbruch; Xen. Apol. 25, 1; D. Hal. 4, 24. – Uebertr., die Spitzbüberei, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

τοιχωρῠχία: ἡ, τὸ τοιχωρυχεῖν, τὸ εἰσέρχεσθαι εἰς οἰκίαν δι’ ὀρύξεως τοῦ τοίχου, Ξεν. Ἀπολ. 25, Διον. Ἁλ. 4. 24.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
action de percer un mur pour voler ; vol par effraction.
Étymologie: τοιχωρύχος.

Greek Monolingual

η, ΝΑ τοιχωρυχῶ
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του τοιχωρυχώ.

Russian (Dvoretsky)

τοιχωρῠχία: ἡ кража со взломом Xen.