τέτρωρος: Difference between revisions
From LSJ
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
(41) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, ΜΑ<br />(συνηρ. τ.) <b>βλ.</b> [[τετράορος]]. | |mltxt=-ον, ΜΑ<br />(συνηρ. τ.) <b>βλ.</b> [[τετράορος]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''τέτρωρος:''' -ον, συνηρ. αντί <i>τετρ-άορος</i>. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:12, 30 December 2018
English (LSJ)
ον, contr. for τετράορος (q.v.).
German (Pape)
[Seite 1100] zsgz. statt τετράορος; ὄχος, Eur. Hipp. 1229; ἅρμα, Alc. 486; τὸ τέτρωρον, Ael. N. A. 1, 36.
Greek (Liddell-Scott)
τέτρωρος: -ον, συνῃρ. ἀντὶ τετράορος.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
attelé de quatre chevaux ; τὸ τέτρωρον attelage de quatre chevaux.
Étymologie: contr. de τετράορος.
Greek Monolingual
-ον, ΜΑ
(συνηρ. τ.) βλ. τετράορος.
Greek Monotonic
τέτρωρος: -ον, συνηρ. αντί τετρ-άορος.