Καρχηδόνιος: Difference between revisions
From LSJ
ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν μοι οὐ μὴ περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἀλλ' ἕξει τὸ φῶς τῆς ζωῆς → I am the light of the world; he that followeth me shall not walk in darkness but shall have the light of life (John 8:12)
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.") |
(2b) |
||
Line 4: | Line 4: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-α, -ο (Α [[Καρχηδόνιος]], -ία, -ον)<br />ο [[κάτοικος]] της αρχαίας πόλης Καρχηδόνος<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[καρχηδονιακός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Καρχηδών]] -<i>όνος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιος</i> (πρβλ. <i>Τράγ</i>-<i>ιος</i>, <i>Φρύγ</i>-<i>ιος</i>)]. | |mltxt=-α, -ο (Α [[Καρχηδόνιος]], -ία, -ον)<br />ο [[κάτοικος]] της αρχαίας πόλης Καρχηδόνος<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[καρχηδονιακός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Καρχηδών]] -<i>όνος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιος</i> (πρβλ. <i>Τράγ</i>-<i>ιος</i>, <i>Φρύγ</i>-<i>ιος</i>)]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Καρχηδόνιος:''' <b class="num">II</b> ὁ карфагенянин Her. etc.<br />карфагенский Polyb., Diod. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:40, 31 December 2018
French (Bailly abrégé)
α, ον :
de Carthage, Carthaginois ; οἱ Καρχηδόνιοι HDT les Carthaginois.
Étymologie: Καρχηδών.
Greek Monolingual
-α, -ο (Α Καρχηδόνιος, -ία, -ον)
ο κάτοικος της αρχαίας πόλης Καρχηδόνος
νεοελλ.
καρχηδονιακός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Καρχηδών -όνος + κατάλ. -ιος (πρβλ. Τράγ-ιος, Φρύγ-ιος)].
Russian (Dvoretsky)
Καρχηδόνιος: II ὁ карфагенянин Her. etc.
карфагенский Polyb., Diod.