δήλημα: Difference between revisions
δυνατὰ δὲ οἱ προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν → the strong do what they will; the weak do what they must | the strong do what they can and the weak suffer what they must | they that have odds of power exact as much as they can, and the weak yield to such conditions as they can get
(3) |
(nl) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δήλημα:''' -ατος, τό, [[βλάβη]], [[φθορά]], όλεθρος, σε Ομήρ. Οδ., Σοφ. | |lsmtext='''δήλημα:''' -ατος, τό, [[βλάβη]], [[φθορά]], όλεθρος, σε Ομήρ. Οδ., Σοφ. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=δήλημα -ατος, τό [δηλέομαι] meestal plur. schade. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:52, 31 December 2018
English (LSJ)
ατος, τό,
A mischief, bane, ἄνεμοι χαλεποί, δηλήματα νηῶν Od.12.286; ὁδοιπόρων A.Fr.123; βροτοῖσιν h.Ap.364, cf. S.OT1495; τύχης δηλήμασι IPE2.197 (Pantica-paeum).
German (Pape)
[Seite 560] τό, das Verderben; von δηλέομαι, wohl nur im activischen Sinne gebräuchlich, = der V erd erber; Hom. einmal, Odyss. 12, 286 ἐκ νυκτῶν (var. lect. νυκτὸς) δ' ἄνεμοι χαλεποί, δηλήματα νηῶν, γίγνονται; vgl. Anthol. Pal. 14, 72 Τ, τάν, λύσας ἀκτἷσι ζοφερῆς δηλήματα νυκτός; Soph. O. T. 1495 ὀνείδη, ἃ τοῖς ἐμοῖς γονεῦσιν ἔσται σφῷν θ' ὁμοῦ δηλήματα. Der singular. bei Aeschyl. fragm. Leon. ap. Steph. Byz. s. v., Χώρα (Dindorf frgm. no 114) 'Οδοιπόρων δήλημα, χωρίτης δράκων; hymn. Homer. Ap. 364 οὐδὲ σύγε ζώουσα κακὸν δήλημα βροτοῖσιν ἔσσεαι.
Greek (Liddell-Scott)
δήλημα: τό, βλάβη, φθορά, ὄλεθρος, νηῶν δ., ὄλεθρος πλοίων, Ὀδ. Μ. 286· ὁδοιπόρων Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 121· βροτοῖς Ὁμ. Ὕμν. εἰς Ἀπόλλ. 364· γονεῦσιν... σφῶν θ’ ὁμοῦ δηλήματα Σοφ. Ο. Τ. 1495· τύχης δηλήμασι Ἐπιγράμ. Ἑλλ. 538.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
cause de ruine.
Étymologie: δηλέομαι.
English (Autenrieth)
destruction; of winds, δηλήματα νηῶν, ‘destroyers,’ Od. 12.286.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
perdición, perjuicio, causa de ruina c. gen. obj. ἄνεμοι χαλεποί, δηλήματα νηῶν Od.12.286, ὁδοιπόρων ... δράκων A.Fr.123, c. dat. βροτοῖσιν h.Ap.364, cf. S.OT 1495, c. gen. subjet. τύχης δηλήματα IPE 2.197 (Panticapeo II d.C.), ζοφερῆς δηλήματα νυκτός Orác. en AP 14.72, cf. Sud., Hsch.
Greek Monolingual
δήλημα, το (Α) δηλέομαι (Ι)]
βλάβη, αίτιο καταστροφής («ἐκ νυκτῶν δ' ἄνεμοι χαλεποί, δηλήματα νηῶν γίγνονται»).
Greek Monotonic
δήλημα: -ατος, τό, βλάβη, φθορά, όλεθρος, σε Ομήρ. Οδ., Σοφ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δήλημα -ατος, τό [δηλέομαι] meestal plur. schade.