καθαρτής: Difference between revisions

2b
(5)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κᾰθαρτής:''' -ου, ὁ ([[καθαίρω]]), αυτός που εξαγνίζει, καθαρίζει το [[μίασμα]], εξαγνιστής, σε Σοφ., Αριστοφ. κ.λπ.
|lsmtext='''κᾰθαρτής:''' -ου, ὁ ([[καθαίρω]]), αυτός που εξαγνίζει, καθαρίζει το [[μίασμα]], εξαγνιστής, σε Σοφ., Αριστοφ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''κᾰθαρτής:''' οῦ ὁ<br /><b class="num">1)</b> очиститель, производящий очистку (ποταμῶν Plut.);<br /><b class="num">2)</b> освободитель, избавитель ([[δοξῶν]] ἐμποδίων μαθήμασι Plat.);<br /><b class="num">3)</b> очиститель (от грехов), искупитель (τῆς χώρας Arph.): σοῦ [[ἔρχομαι]] κ. Soph. прихожу, чтобы очистить тебя от проклятия.
}}
}}