κεραύνειος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κεραύνειος:''' -ον ([[κεραυνός]]), αυτός που διαφεντεύει τον κεραυνό, σε Ανθ.
|lsmtext='''κεραύνειος:''' -ον ([[κεραυνός]]), αυτός που διαφεντεύει τον κεραυνό, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''κεραύνειος:''' поражающий громом, мечущий молнии ([[Ζεύς]] Anth.).
}}
}}