Κελτοί: Difference between revisions
Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ σοφίᾳ: εἶπα Σοφισθήσομαι, καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ' ἐμοῦ· κτλ. (Εcclesiastes 7:23f., LXX version) → I tried to give proof in wisdom of all those things; I said, I will be wise, but that wisdom was far from me ...
(5) |
(1ba) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Κελτοί:''' οἱ, οι [[Κέλτες]], σε Ηρόδ., Ξεν.· απ' όπου, [[Κελτικός]], <i>-ή</i>, <i>-όν</i>, [[Κελτικός]], [[Γαλατικός]], θηλ. [[Κελτίς]], <i>-[[ίδος]]</i>, σε Ανθ. | |lsmtext='''Κελτοί:''' οἱ, οι [[Κέλτες]], σε Ηρόδ., Ξεν.· απ' όπου, [[Κελτικός]], <i>-ή</i>, <i>-όν</i>, [[Κελτικός]], [[Γαλατικός]], θηλ. [[Κελτίς]], <i>-[[ίδος]]</i>, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[Κελτοί]], οἱ,<br />the [[Kelts]] or Celts, Hdt., Xen. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:50, 10 January 2019
English (LSJ)
οἱ, Celts, Hdt.2.33, X.HG7.1.20, Plb.1.13.4:—later Κέλται, Str.4.1.1, etc.:—hence Κελτικός, ή, όν,
A Celtic, Gallic, Id.3.1.3: —poet. Κελτός, ή, όν, Call.Del.173:—fem. Κελτίς, ίδος, AP10.21 (Phld.); ἡ Κελτική the country of the Celts or Gauls, Arist.HA606b4, Str.4.1.1; ἡ Κελτία Foed. ap. Plb.7.9.6.
Greek (Liddell-Scott)
Κελτοί: οἱ, οἱ κάτοικοι τῆς Γαλατίας, Ἡρόδ. 2. 33, Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 20, Πολύβ. (ὅστις μεταχειρίζεται καὶ τὸ Γαλάται)· παρὰ μεταγεν. καὶ Κέλται, Στράβ. 176, Διόδ.· παρὰ Καλλ. Ὕμν. εἰς Δήμ. 173 Κένται ἀντὶ Κέλται, ὡς φίντατος ἀντὶ φίλτατος·- ἐντεῦθεν Κελτικός, ή, όν, Γαλατικός, Γαλλικός, Στράβ. 137· ποιητ. Κελτός, ή, όν, Κάλλ. εἰς Δῆλ. 173· θηλ. Κελτίς, ίδος, Ἀνθ. ΙΙ. 10. 21·- ἡ Κελτική, ἡ χώρα τῶν Κελτῶν ἢ Γαλατῶν, Γαλατία, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 20, 9· Κ. ἡ ὑπὲρ τῶν Ἄλπεων, καὶ ἡ ἐντὸς τῶν Ἄλπεων, Στράβ. ἔνθ’ ἀνωτ.· ἡ Κελτία, Συνθήκη παρὰ Πολυβ. 7. 9, 6.
Greek Monotonic
Κελτοί: οἱ, οι Κέλτες, σε Ηρόδ., Ξεν.· απ' όπου, Κελτικός, -ή, -όν, Κελτικός, Γαλατικός, θηλ. Κελτίς, -ίδος, σε Ανθ.