παλιρρύμη: Difference between revisions

From LSJ

Ὅπου βία πάρεστιν, οὐ σθένει νόμος → Quo vis irrumpit, ibi nihil leges valent → Da, wo Gewalt obherrscht, ist kein Gesetz in Kraft

Menander, Monostichoi, 409
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πᾰλιρρύμη:''' [ῡ], ἡ, [[ορμή]] προς τα [[πίσω]], ροή προς τα [[πίσω]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''πᾰλιρρύμη:''' [ῡ], ἡ, [[ορμή]] προς τα [[πίσω]], ροή προς τα [[πίσω]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''πᾰλιρρύμη:''' Polyb. [[παλινρύμη|πᾰλινρύμη]] (ῠ) ἡ<br /><b class="num">1)</b> обратное движение, отлив (τοῦ σάλου Plut.);<br /><b class="num">2)</b> превратность (τύχης Polyb.).
}}
}}

Revision as of 06:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλιρρύμη Medium diacritics: παλιρρύμη Low diacritics: παλιρρύμη Capitals: ΠΑΛΙΡΡΥΜΗ
Transliteration A: palirrýmē Transliteration B: palirrymē Transliteration C: palirrymi Beta Code: palirru/mh

English (LSJ)

or πᾰλιν-ρύμη [ῡ], ἡ,

   A rush backwards, back-flow, τοῦ σάλου Plu.Flam.10; π. τύχης a reverse of fortune, Plb. 15.7.1, D.S.3.51 (mostly and perh. rightly written divisim in codd.).

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλιρρύμη: ἢ παλινρύμη [ῡ], ἡ, ἡ πρὸς τὰ ὀπίσω ὁρμὴ ἢ φορά, ἡ πρὸς τὰ ὀπίσω ὁρή, τοῦ σάλου Πλουτ. Φλαμιν. 10· τῆς τύχης … παλιρρύμην, καταδρομήν, καταφορὰν τῆς τύχης, Πολύβ. 15. 7, 1, Διόδ. 3. 51, ἔνθα τὰ Ἀντίγραφα πάλιν ῥύμη, ὡς παρὰ Πλουτ. ἔνθ’ ἀνωτ.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
mouvement en sens inverse, retour.
Étymologie: πάλιν, ῥέω.

Greek Monolingual

παλιρρύμη και παλινρύμη, ἡ (Α)
1. η προς τα πίσω κίνηση
2. φρ. «παλιρρύμη τῆς τύχης» — η μεταστροφή της τύχης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + ῥύμη «ροπή, δύναμη, ορμή»].

Greek Monotonic

πᾰλιρρύμη: [ῡ], ἡ, ορμή προς τα πίσω, ροή προς τα πίσω, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

πᾰλιρρύμη: Polyb. πᾰλινρύμη (ῠ) ἡ
1) обратное движение, отлив (τοῦ σάλου Plut.);
2) превратность (τύχης Polyb.).