προμηθία: Difference between revisions
From LSJ
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
(4) |
(nl) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''προμηθία:''' ион. Aesch., Eur. [[προμηθίη]] ἡ = [[προμήθεια]]. | |elrutext='''προμηθία:''' ион. Aesch., Eur. [[προμηθίη]] ἡ = [[προμήθεια]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=προμηθία -ας, ἡ Ion. προμηθίη zie προμήθεια. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:20, 1 January 2019
English (LSJ)
προμηθίη, v. προμήθεια.
Greek (Liddell-Scott)
προμηθία: -ίη, ἴδε προμήθεια.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
c. προμήθεια.
Greek Monolingual
ἡ, Α
(ποιητ. τ.) βλ. προμήθεια.
Greek Monotonic
προμηθία: -ίη, βλ. προμήθεια.
Russian (Dvoretsky)
προμηθία: ион. Aesch., Eur. προμηθίη ἡ = προμήθεια.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προμηθία -ας, ἡ Ion. προμηθίη zie προμήθεια.