συνδώδεκα: Difference between revisions
From LSJ
οὔτε σοφίας ἐνδείᾳ οὔτ' αἰσχύνης περιουσίᾳ → neither from lack of knowledge nor from superfluity of modesty
(4) |
(nl) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''συνδώδεκα:''' οἱ, αἱ, τά indecl. по двенадцати: σελᾶναι σ. πλήθει Eur. двенадцать полнолуний. | |elrutext='''συνδώδεκα:''' οἱ, αἱ, τά indecl. по двенадцати: σελᾶναι σ. πλήθει Eur. двенадцать полнолуний. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=συν-δώδεκα, οἱ, αἱ, τά telw., indecl. twaalf in totaal. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:01, 31 December 2018
English (LSJ)
οἱ, αἱ, τά,
A twelve in all, E.Tr.1076 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 1009] οἱ, αἱ, τά, je zwölf, zu zwölfen, Eur. Troad. 1076.
Greek (Liddell-Scott)
συνδώδεκα: οἱ, αἱ, τά, δώδεκα ὁμοῦ, σελᾶναι συνδώδεκα πλήθει Εὐρ. Τρῳ. 1076.
French (Bailly abrégé)
(οἱ, αἱ, τά)
douze en tout.
Étymologie: σύν, δώδεκα.
Greek Monolingual
οἱ, αἱ, τὰ, Α
δώδεκα μαζί, ανά δώδεκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + δώδεκα.
Greek Monolingual
οἱ, αἱ, τὰ, Α
δώδεκα μαζί, ανά δώδεκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + δώδεκα.
Greek Monotonic
συνδώδεκα: οἱ, αἱ, τά, δώδεκα μαζί, δώδεκα συνολικά, σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
συνδώδεκα: οἱ, αἱ, τά indecl. по двенадцати: σελᾶναι σ. πλήθει Eur. двенадцать полнолуний.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συν-δώδεκα, οἱ, αἱ, τά telw., indecl. twaalf in totaal.