τριξός: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=trico/s | |Beta Code=trico/s | ||
|Definition=ή, όν, Ion. for [[τρισσός]], <span class="bibl">Hdt.1.171</span>, al. | |Definition=ή, όν, Ion. for [[τρισσός]], <span class="bibl">Hdt.1.171</span>, al. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><i>ion. c.</i> [[τρισσός]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τριξός''': -ή, -όν, Ἰων. ἀντὶ [[τρισσός]], εἰς τριξὰ χωρία Ἡρόδ. 1. 171. 9. 86· οὕτω, διξὸς ἀντὶ [[δισσός]]. - Ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, 46. | |lstext='''τριξός''': -ή, -όν, Ἰων. ἀντὶ [[τρισσός]], εἰς τριξὰ χωρία Ἡρόδ. 1. 171. 9. 86· οὕτω, διξὸς ἀντὶ [[δισσός]]. - Ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, 46. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 10:10, 2 October 2022
English (LSJ)
ή, όν, Ion. for τρισσός, Hdt.1.171, al.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
ion. c. τρισσός.
Greek (Liddell-Scott)
τριξός: -ή, -όν, Ἰων. ἀντὶ τρισσός, εἰς τριξὰ χωρία Ἡρόδ. 1. 171. 9. 86· οὕτω, διξὸς ἀντὶ δισσός. - Ἴδε Κόντου Φιλολογικὰ Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τόμ. Α΄, 46.
Greek Monolingual
-ή, -όν, Α
ιων. τ. βλ. τρισσός.
Greek Monotonic
τριξός: -ή, -όν, Ιων. αντί τρισσός.
Russian (Dvoretsky)
τριξός: ион. = τρισσός.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
τριξός -ή -όν Ion. voor τριττός.