διχομηνία: Difference between revisions
δέξαι μ' ἐς τὸ σὸν τόδε στέγος → receive me into the urn containing his ashes, receive me into this mansion of yours
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ | |dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> jón. -ίη Hp.<i>Oct</i>.4, <i>IM</i> 2.4 (IV/III a.C.)<br /><b class="num">1</b> [[período temporal a mediados del mes]], e.e., [[plenilunio]] ἀπὸ διχομɛ̄νίας <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.6B.41 (V a.C.), cf. <i>Milet</i> 1(3).145.28 (II a.C.), ἔσχατον τῇ διχομηνίᾳ τοῦ μηνός a más tardar a mediados de mes</i>, <i>IPr</i>.4.45 (IV a.C.), cf. <i>ICos</i> ED 55B.4 (IV a.C.), <i>IM</i> l.c., <i>Tit.Cam</i>.148.4 (III a.C.), πρὸ τῆς διχομηνίας <i>PRev.Laws</i> 56.18 (III a.C.), ὡς δ. ἐπληρώθην estoy repleto como luna llena</i> LXX <i>Si</i>.39.12, πανσέληνος δὲ λέγεται ... περὶ τὴν διχομηνίαν Gem.8.1, cf. Vett.Val.205.26, ἡ δὲ σελήνη διχομηνίαν ἦγε Plu.<i>Dio</i> 23, ἐν διχομηνίᾳ Plu.2.932e, op. νουμηνία Plu.2.929b, διὰ διχομηνίαν <i>Erot.Fr.Pap.Nect</i>.2.2.<br /><b class="num">2</b> medic. [[período intermedio del ciclo menstrual]] περὶ διχομηνίην ἐν γαστρὶ λαμβάνειν Hp.l.c. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 09:54, 20 July 2021
English (LSJ)
ἡ, A full moon, IG12.6.62, PRev.Laws 56.18 (iii B. C.), LXXSi.39.12, Gem.8.1, etc.; δ. μηνὸς Μεταγειτνιῶνος Inscr.Prien.4.45 (iv B. C.); ἡ σελήνη δ. ἦγεν Plu.Dio23. 2 mid-menstrual period, Hp. Oct.13.
German (Pape)
[Seite 646] ἡ, der Vollmond, der den griechischen Mondmonat in zwei gleiche Theile theilte; Plut. Dion. 23 ἡ σελήνη διχομηνίαν ἦγεν.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
premier jour de la pleine lune, càd milieu du mois, chez les Grecs.
Étymologie: διχόμηνος.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -ίη Hp.Oct.4, IM 2.4 (IV/III a.C.)
1 período temporal a mediados del mes, e.e., plenilunio ἀπὸ διχομɛ̄νίας IG 13.6B.41 (V a.C.), cf. Milet 1(3).145.28 (II a.C.), ἔσχατον τῇ διχομηνίᾳ τοῦ μηνός a más tardar a mediados de mes, IPr.4.45 (IV a.C.), cf. ICos ED 55B.4 (IV a.C.), IM l.c., Tit.Cam.148.4 (III a.C.), πρὸ τῆς διχομηνίας PRev.Laws 56.18 (III a.C.), ὡς δ. ἐπληρώθην estoy repleto como luna llena LXX Si.39.12, πανσέληνος δὲ λέγεται ... περὶ τὴν διχομηνίαν Gem.8.1, cf. Vett.Val.205.26, ἡ δὲ σελήνη διχομηνίαν ἦγε Plu.Dio 23, ἐν διχομηνίᾳ Plu.2.932e, op. νουμηνία Plu.2.929b, διὰ διχομηνίαν Erot.Fr.Pap.Nect.2.2.
2 medic. período intermedio del ciclo menstrual περὶ διχομηνίην ἐν γαστρὶ λαμβάνειν Hp.l.c.
Greek Monolingual
διχομηνία, η (AM) (Μ και διχομήνη)
1. το μέσο του μήνα
2. η πανσέληνος.
Greek Monotonic
διχομηνία: ἡ, πανσέληνος, ολόγιομο φεγγάρι, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
διχομηνία: ἡ середина месяца, т. е. (по греч. счислению) полнолуние Plut.
Middle Liddell
διχομηνία, ἡ, n [from διχόμηνος
the fullness of the moon, Plut.