ποιμασία: Difference between revisions
From LSJ
κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α<br />[[φροντίδα]], [[περιποίηση]] ή [[διαφύλαξη]] («[[ποιμασία]] γὰρ ἐστι | |mltxt=ἡ, Α<br />[[φροντίδα]], [[περιποίηση]] ή [[διαφύλαξη]] («[[ποιμασία]] γὰρ ἐστι Θεοῦ», Φίλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ποιμαίνω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>σία</i>]. | ||
}} | }} |
Revision as of 20:30, 13 June 2022
English (LSJ)
ἡ, A feeding, tending, Ph.1.594,596.
German (Pape)
[Seite 651] ἡ, das Weiden, Hüten, Philo.
Greek (Liddell-Scott)
ποιμᾰσία: ἡ, τὸ ποιμαίνειν, περιποιεῖσθαι, διαφυλάττειν, Φίλων 1. 594, 596.
Greek Monolingual
ἡ, Α
φροντίδα, περιποίηση ή διαφύλαξη («ποιμασία γὰρ ἐστι Θεοῦ», Φίλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποιμαίνω + κατάλ. -σία].