σανδαλοθήκη: Difference between revisions
From LSJ
Τούτῳ τῷ λόγῳ χρήσαιτο ἄν τις ἐπ' ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων οἳ παραδόξως ἀλαζονεύονται, μηδὲ τὰ κοινὰ τοῖς ἀνθρώποις ἐπιτελεῖν δυνάμενοι → One would use this fable for those who give themselves unreasonable airs, but can't handle everyday life (Aesop 40)
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''' [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z\(])" to "$1 $2 $3") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''σανδᾰλοθήκη:''' ἡ хранилище обуви Men. | |elrutext='''σανδᾰλοθήκη:''' ἡ [[хранилище обуви]] Men. | ||
}} | }} |
Revision as of 10:29, 23 August 2022
English (LSJ)
ἡ, A sandal-case, Men.333.
German (Pape)
[Seite 860] ἡ, Behältniß für die σάνδαλα, Menand. bei Poll. 7, 87. 10, 50.
Greek (Liddell-Scott)
σανδᾰλοθήκη: ἡ, θήκη σανδαλίων, Μένανδρ. ἐν «Μισογύνῃ» 3.
Greek Monolingual
ἡ, Α
θήκη για την τοποθέτηση ή για τη φύλαξη σανδαλιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάνδαλον + θήκη.
Russian (Dvoretsky)
σανδᾰλοθήκη: ἡ хранилище обуви Men.