ἐξαπίναιος: Difference between revisions
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
m (Text replacement - "ί˘" to "ῐ́") |
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=(ἐξᾰπίναιος) -α, -ον | |dgtxt=(ἐξᾰπίναιος) -α, -ον<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> fem. -η Hp.<i>Acut</i>.37; -αῖος, -ον Hp.<i>Acut</i>.28, Hp.<i>Mul</i>.2.138; Plb.25.2.1<br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῐ-]<br />adv. graf. -ινέως Thdt.<i>HE</i> 2.30.5<br /><b class="num">1</b> [[repentino]], [[imprevisto]] τὰ ἐξαπιναῖα δῆλα τῶν νουσημάτων Hp.<i>Mul</i>.l.c., αἱ ἐξαπιναῖοι μεταβολαί Hp.<i>Acut</i>.28, ὁ [[ἄρτος]] θερμὸς ... παρέχει καὶ ἐξαπιναίην πληθώρην Hp.<i>Acut</i>.37, πολεμίων ἔφοδοι X.<i>Hier</i>.10.6, cf. Plb.l.c., φόβοι Aen.Tact.27.6, ἔργα Call.<i>Iou</i>.50, [[ἐκδιαίτησις]] Ph.2.160, συμβολή I.<i>BI</i> 1.369, ἐπιδρομαί I.<i>BI</i> 3.116, διάρροια Ruf. en Orib.6.38.25<br /><b class="num">•</b>neutr. subst. τὰ ἐξαπίναια τάραχον ἐξεργάζεται lo repentino produce confusión</i> X.<i>Eq</i>.9.4, ὑπό τε τοῦ παρὰ π[ροσ] δοκίαν ἐξαπιναίου τυπ[τόμ] ενοι Phld.<i>Elect</i>.19.10.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[repentinamente]] πέμπουσιν ἐ. ... ναῦς Th.3.3, cf. Thdt.l.c.<br /><b class="num">•</b>[[de golpe]], [[a la vez]] ὅπως ... ἐ. ἀφήσουσι (τὴν κλίμακα) de modo que dejen caer de golpe (la escalera)</i> Hp.<i>Art</i>.43. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 13:05, 20 July 2021
English (LSJ)
proparox., or ἐξαπιναῖος, α, ον, or ος, ον, A = ἐξαιφνίδιος (sudden, unexpected), Hp.Acut.28, X.Hier.10.6, Plb.25.2.1, Call.Jov.50, Ruf. ap. Orib.6.38.25. Adv. -ως Hp.Art.43, Th.3.3, al.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξαπίναιος: ἢ ἐξᾰπῐναῖος, α, ον, ἢ ος, ον, = ἐξαιφνίδιος, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 388, Ξεν. Ἱέρων 10, 6, Πολύβ. 26. 6, 1, Καλλ. εἰς Δία 50. - Ἐπίρρ. -ως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808, Θουκ. 3. 3, κ. ἀλλ.
Spanish (DGE)
(ἐξᾰπίναιος) -α, -ον
• Alolema(s): fem. -η Hp.Acut.37; -αῖος, -ον Hp.Acut.28, Hp.Mul.2.138; Plb.25.2.1
• Prosodia: [-ῐ-]
adv. graf. -ινέως Thdt.HE 2.30.5
1 repentino, imprevisto τὰ ἐξαπιναῖα δῆλα τῶν νουσημάτων Hp.Mul.l.c., αἱ ἐξαπιναῖοι μεταβολαί Hp.Acut.28, ὁ ἄρτος θερμὸς ... παρέχει καὶ ἐξαπιναίην πληθώρην Hp.Acut.37, πολεμίων ἔφοδοι X.Hier.10.6, cf. Plb.l.c., φόβοι Aen.Tact.27.6, ἔργα Call.Iou.50, ἐκδιαίτησις Ph.2.160, συμβολή I.BI 1.369, ἐπιδρομαί I.BI 3.116, διάρροια Ruf. en Orib.6.38.25
•neutr. subst. τὰ ἐξαπίναια τάραχον ἐξεργάζεται lo repentino produce confusión X.Eq.9.4, ὑπό τε τοῦ παρὰ π[ροσ] δοκίαν ἐξαπιναίου τυπ[τόμ] ενοι Phld.Elect.19.10.
2 adv. -ως repentinamente πέμπουσιν ἐ. ... ναῦς Th.3.3, cf. Thdt.l.c.
•de golpe, a la vez ὅπως ... ἐ. ἀφήσουσι (τὴν κλίμακα) de modo que dejen caer de golpe (la escalera) Hp.Art.43.
Greek Monotonic
ἐξαπίναιος: -α, -ον ή -ος, -ον, = ἐξαιφνίδιος, σε Ξεν.· επίρρ. -ως, σε Θουκ.
Middle Liddell
ἐξαπίναιος, η, ον adj adj = ἐξαιφνίδιος, Xen.] [adv. -ως Thuc.] [from ἐξᾰπῐ́νης]
sudden, unexpected.