μαγδωλοφύλαξ: Difference between revisions
From LSJ
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
|||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[μαγδωλοφύλαξ]], -ακος, ὁ (Α)<br /><b>πάπ.</b> [[σκοπός]], [[φρουρός]] σε στρατιωτικό [[φυλάκιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μάγδωλος]] «[[φυλάκιο]]» <span style="color: red;">+</span> [[φύλαξ]] ([[πρβλ]]. | |mltxt=[[μαγδωλοφύλαξ]], -ακος, ὁ (Α)<br /><b>πάπ.</b> [[σκοπός]], [[φρουρός]] σε στρατιωτικό [[φυλάκιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μάγδωλος]] «[[φυλάκιο]]» <span style="color: red;">+</span> [[φύλαξ]] ([[πρβλ]]. [[δασοφύλαξ]], [[λιμενοφύλαξ]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 07:55, 24 August 2021
English (LSJ)
[ῠ], ᾰκος, ὁ, A guard of the watch-tower, PFay.108.13 (ii A. D.), PTeb.353.9 (ii A. D.), PLond.3.844.5 (ii A. D.).
Greek Monolingual
μαγδωλοφύλαξ, -ακος, ὁ (Α)
πάπ. σκοπός, φρουρός σε στρατιωτικό φυλάκιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μάγδωλος «φυλάκιο» + φύλαξ (πρβλ. δασοφύλαξ, λιμενοφύλαξ)].