θειόχρους: Difference between revisions
From LSJ
ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
m (pape replacement) |
|||
Line 12: | Line 12: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ουν και -οος, -οο (Α [[θειόχρους]], -ουν, και -οος, -οον)<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] του θείου, του θειαφιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θείο]] (ΙΙ) <span style="color: red;">+</span> -<i>χρους</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>χρως</i> «[[χρώμα]]»), [[πρβλ]]. [[άχρους]], [[μελανόχρους]]]. | |mltxt=-ουν και -οος, -οο (Α [[θειόχρους]], -ουν, και -οος, -οον)<br />αυτός που έχει το [[χρώμα]] του θείου, του θειαφιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θείο]] (ΙΙ) <span style="color: red;">+</span> -<i>χρους</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>χρως</i> «[[χρώμα]]»), [[πρβλ]]. [[άχρους]], [[μελανόχρους]]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=zusammengezogen aus [[θειόχροος]]. | |||
}} | }} |