ἁμαξοκυλιστής: Difference between revisions

From LSJ

ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → injustice: the state of despising the laws

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0116.png Seite 116]] ὁ, Karrenschieber? Als [[γένος]] Μεγαρικόν Plut. qu. gr. 59.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0116.png Seite 116]] ὁ, Karrenschieber? Als [[γένος]] Μεγαρικόν Plut. qu. gr. 59.
}}
{{elru
|elrutext='''ἁμαξοκῠλιστής:''' οῦ ὁ [[опрокидыватель повозок]] (Ἁμαξοκυλισταί было прозвищем мегарцев, предки которых, по преданию, опрокинули в болото повозки, отправлявшиеся в Дельфы) Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἁμαξοκυλιστής]], ο (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που κυλά [[προς]] τα [[κάτω]] άμαξες, ο [[καταστροφέας]] αμαξών<br /><b>2.</b> (στον πληθ. ως κύριο όνομα) <i>οἱ Ἁμαξοκυλισταί</i><br />όνομα μεγαρικής οικογένειας..<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἅμαξα]] <span style="color: red;">+</span> <i>κυλιστὴς</i> <span style="color: red;"><</span> [[κυλίνδω]] «[[κυλίω]]»].
|mltxt=[[ἁμαξοκυλιστής]], ο (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που κυλά [[προς]] τα [[κάτω]] άμαξες, ο [[καταστροφέας]] αμαξών<br /><b>2.</b> (στον πληθ. ως κύριο όνομα) <i>οἱ Ἁμαξοκυλισταί</i><br />όνομα μεγαρικής οικογένειας..<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ἅμαξα]] <span style="color: red;">+</span> <i>κυλιστὴς</i> <span style="color: red;"><</span> [[κυλίνδω]] «[[κυλίω]]»].
}}
{{elru
|elrutext='''ἁμαξοκῠλιστής:''' οῦ ὁ [[опрокидыватель повозок]] (Ἁμαξοκυλισταί было прозвищем мегарцев, предки которых, по преданию, опрокинули в болото повозки, отправлявшиеся в Дельфы) Plut.
}}
}}

Revision as of 18:45, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁμαξοκῠλιστής Medium diacritics: ἁμαξοκυλιστής Low diacritics: αμαξοκυλιστής Capitals: ΑΜΑΞΟΚΥΛΙΣΤΗΣ
Transliteration A: hamaxokylistḗs Transliteration B: hamaxokylistēs Transliteration C: amaksokylistis Beta Code: a(macokulisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, (κυλίνδω) down-roller (i.e. destroyer) of wagons: in plural, name of a Megarian family, Plu.2.304e.

German (Pape)

[Seite 116] ὁ, Karrenschieber? Als γένος Μεγαρικόν Plut. qu. gr. 59.

Russian (Dvoretsky)

ἁμαξοκῠλιστής: οῦ ὁ опрокидыватель повозок (Ἁμαξοκυλισταί было прозвищем мегарцев, предки которых, по преданию, опрокинули в болото повозки, отправлявшиеся в Дельфы) Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἁμαξοκῠλιστής: -οῦ, ὁ, (κυλίνδω) ὁ κατακυλινδῶν, δηλ. καταστρέφων ἁμάξας: οἱ Ἁμαξοκυλισταὶ ἦσαν Μεγαρική τις οἰκογένεια, Πλουτ. 2. 304Ε.

Greek Monolingual

ἁμαξοκυλιστής, ο (Α)
1. αυτός που κυλά προς τα κάτω άμαξες, ο καταστροφέας αμαξών
2. (στον πληθ. ως κύριο όνομα) οἱ Ἁμαξοκυλισταί
όνομα μεγαρικής οικογένειας..
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἅμαξα + κυλιστὴς < κυλίνδω «κυλίω»].