τετράκωμος: Difference between revisions

From LSJ

Ζῶμεν πρὸς αὐτὴν τὴν τύχην οἱ σώφρονες → Fortunae arbitrio nos modesti vivimus → Wir Weise leben mit dem Ziel des Glücks allein

Menander, Monostichoi, 189
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, ΜΑ<br />επινίκιο [[άσμα]] με χορό αφιερωμένο στον Ηρακλή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[κῶμος]] «[[τραγούδι]], [[γιορτή]], [[διασκέδαση]]» (<b>πρβλ.</b> <i>πολύ</i>-<i>κωμος</i>)].
|mltxt=ὁ, ΜΑ<br />επινίκιο [[άσμα]] με χορό αφιερωμένο στον Ηρακλή.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[κῶμος]] «[[τραγούδι]], [[γιορτή]], [[διασκέδαση]]» ([[πρβλ]]. [[πολύκωμος]])].
}}
}}

Revision as of 16:31, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετράκωμος Medium diacritics: τετράκωμος Low diacritics: τετράκωμος Capitals: ΤΕΤΡΑΚΩΜΟΣ
Transliteration A: tetrákōmos Transliteration B: tetrakōmos Transliteration C: tetrakomos Beta Code: tetra/kwmos

English (LSJ)

ὁ, a triumphal song and dance sacred to Heracles and also called τέσσαρες κῶμοι, Trypho ap.Ath.14.618c, Hsch.; ὁ δὲ τ., τὸ τῆς ὀρχήσεως εἶδος, οὐκ οἶδα εἴ τι προσῆκον ἦν τοῖς Ἀθήνησι τ., οἳ ἦσαν Πειραιεῖς Φαληρεῖς Ξυπεταίονες Θυμοιτάδαι (leg. Θυμαιτ-, cf. IG22.1598, 3102) Poll.4.105; τοῦ τετρακώμου Ἡρακλείου, ἐν ᾧ τοὺς γυμνικοὺς ἀγῶνας ἐτίθεσαν τοῖς Παναθηναίοις St.Byz. s.v. Ἐχελίδαι.

Greek (Liddell-Scott)

τετράκωμος: [ᾰ], ὁ, «μέλος τι σὺν ὀρχήσει πεποιημένον εἰς Ἡρακλέα ἐπινίκιον. ἐκαλεῖτο δὲ τέσσαρες κῶμοι» Ἡσύχ., (πρβλ. τετραδισταὶ ΙΙ), Τρύφων παρ’ Ἀθην. 618C, Πολυδ. Δ΄, 105.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
επινίκιο άσμα με χορό αφιερωμένο στον Ηρακλή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + κῶμος «τραγούδι, γιορτή, διασκέδαση» (πρβλ. πολύκωμος)].