δενδροκολάπτης: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ δὴ τρέφον με τοῦτ' ἐγὼ λέγω θεόν → Denn ich bezeichne das, was mich ernährt, als Gott → Denn was mir Nahrung gibt, bezeichne ich als Gott

Menander, Monostichoi, 490
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (LSJ1 replacement)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=dendrokolaptis
|Transliteration C=dendrokolaptis
|Beta Code=dendrokola/pths
|Beta Code=dendrokola/pths
|Definition=ου, ὁ, [[woodpecker]], Gloss.
|Definition=δενδροκολάπτου, ὁ, [[woodpecker]], ''Glossaria''.
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ orn. [[picatroncos]], [[pájaro carpintero]] tb. llamado [[δρυοκολάπτης]] y [[δενδροκόλαφος]] qq.u. <i>Cyran</i>.1.4.10, 3.12.2, δ.· picus</i>, <i>Gloss</i>.2.150.
|dgtxt=-ου, ὁ orn. [[picatroncos]], [[pájaro carpintero]] tb. llamado [[δρυοκολάπτης]] y [[δενδροκόλαφος]] qq.u. <i>Cyran</i>.1.4.10, 3.12.2, δ.· picus</i>, <i>Gloss</i>.2.150.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 09:37, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δενδροκολάπτης Medium diacritics: δενδροκολάπτης Low diacritics: δενδροκολάπτης Capitals: ΔΕΝΔΡΟΚΟΛΑΠΤΗΣ
Transliteration A: dendrokoláptēs Transliteration B: dendrokolaptēs Transliteration C: dendrokolaptis Beta Code: dendrokola/pths

English (LSJ)

δενδροκολάπτου, ὁ, woodpecker, Glossaria.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ orn. picatroncos, pájaro carpintero tb. llamado δρυοκολάπτης y δενδροκόλαφος qq.u. Cyran.1.4.10, 3.12.2, δ.· picus, Gloss.2.150.

German (Pape)

[Seite 546] ὁ, Baumhacker, Specht.

Greek (Liddell-Scott)

δενδροκολάπτης: ὁ, = δρυοκολάπτης, Γλωσσ.

Greek Monolingual

ο (AM δενδροκολάπτης)
νεοελλ.
μικρό εντομοφάγο Πτηνό της Νότιας Αμερικής
αρχ.-μσν.
εντομοφάγο Πτηνό που τρέφεται από τα Έντομα τα οποία φωλιάζουν στον φλοιό τών δένδρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δένδρον + κολάπτω «κτυπώ, τσιμπώ με το ράμφος» (πρβλ. δρυοκολάπτης)].