δοχεύς: Difference between revisions
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0663.png Seite 663]] ὁ, der Aufnehmende, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0663.png Seite 663]] ὁ, der Aufnehmende, Sp. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=έως (ὁ) :<br />hôte.<br />'''Étymologie:''' [[δέχομαι]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δοχεύς''': έως, ὁ, ὁ δεχόμενος, Χρησμ. παρ’ Εὐσ. Ε. Π. 194D. | |lstext='''δοχεύς''': έως, ὁ, ὁ δεχόμενος, Χρησμ. παρ’ Εὐσ. Ε. Π. 194D. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[δοχεύς]], ο (Α)<br />αυτός που δέχεται [[κάτι]], [[δέκτης]] (ειδ. για χρησμό ή [[έμπνευση]]). | |mltxt=[[δοχεύς]], ο (Α)<br />αυτός που δέχεται [[κάτι]], [[δέκτης]] (ειδ. για χρησμό ή [[έμπνευση]]). | ||
}} | }} |
Revision as of 18:15, 1 October 2022
English (LSJ)
έως, ὁ, recipient, especially of oracles or inspiration, Orac. ap. Porph. ap. Eus.PE5.9, Herm. in Phdr.pp.105,111A.
Spanish (DGE)
-έως, ὁ
• Morfología: [gen. δοχῆος Orác. en Porph.Fr.349.5, Orac.Chald.211; ac. δοχῆα Orác. en Porph.Fr.350.19]
1 receptor inspirado de un oráculo, médium que recibe el espíritu divino τὸν δοχέα πληρώσας τὸν χρησμὸν ἀπεφοίβαζεν Eus.PE 3.16.1, ῥεῦμα τὸ φοιβείης ... αἴγλης ... κάππεσεν ἀμφὶ κάρηνον ἀμωμήτοιο δοχῆος Orác. en Porph.Fr.349.5, cf. 350.19, Herm.in Phdr.105, Orac.Chald.l.c., del poeta inspirado, Herm.in Phdr.111
•receptáculo ὃν (νοῦν) ... ἀξιώτατον ἡγοῦμαι δοχέα θεοῦ Synes.Ep.151.
2 huésped, anfitrión στεφανωθήσεται ... καθ' ἑκάστην σύνοδον ὑπὸ τοῦ δοχέως IG 12.Suppl.365.11 (Tasos II d.C.).
German (Pape)
[Seite 663] ὁ, der Aufnehmende, Sp.
French (Bailly abrégé)
έως (ὁ) :
hôte.
Étymologie: δέχομαι.
Greek (Liddell-Scott)
δοχεύς: έως, ὁ, ὁ δεχόμενος, Χρησμ. παρ’ Εὐσ. Ε. Π. 194D.
Greek Monolingual
δοχεύς, ο (Α)
αυτός που δέχεται κάτι, δέκτης (ειδ. για χρησμό ή έμπνευση).