δεκαδεύς: Difference between revisions
Oἱ δὲ Ἀθηναῖοι ἦσαν ἐν μεγάλῳ κινδύνῳ... (adaptation of Herodotus 6.105) → The Athenians were in great danger...
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1") |
||
Line 19: | Line 19: | ||
|btext=έως (ὁ) :<br />qui fait partie d'une décurie.<br />'''Étymologie:''' [[δεκάς]]. | |btext=έως (ὁ) :<br />qui fait partie d'une décurie.<br />'''Étymologie:''' [[δεκάς]]. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{elnl | ||
| | |elnltext=δεκαδεύς -έως, ὁ [δεκάς] lid van een groep van tien. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δεκᾰδεύς:''' έως ὁ солдат той же декады, товарищ по декаде (см. [[δεκάς]]<br /><b class="num">2)</b> Xen. | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 28: | Line 31: | ||
|lsmtext='''δεκαδεύς:''' -έως, ὁ ([[δεκάς]]), αυτός που ανήκει σε μια [[δεκαρχία]], σε [[μία]] [[διοίκηση]] που αποτελείται από [[δέκα]] άντρες, σε Ξεν. | |lsmtext='''δεκαδεύς:''' -έως, ὁ ([[δεκάς]]), αυτός που ανήκει σε μια [[δεκαρχία]], σε [[μία]] [[διοίκηση]] που αποτελείται από [[δέκα]] άντρες, σε Ξεν. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{ls | ||
| | |lstext='''δεκαδεύς''': έως, ὁ, ὁ ἀνήκων εἰς μίαν δεκαδαρχίαν (decurio), Ξεν. Κύρ. 2. 2, 30. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[δεκάς]]<br />one of a decury, Xen. | |mdlsjtxt=[[δεκάς]]<br />one of a decury, Xen. | ||
}} | }} |
Revision as of 20:05, 2 October 2022
English (LSJ)
έως, ὁ, A one of a decury, X.Cyr.2.2.30. II chairman of a board of ten, in acc. sg. δεκαδῆ, IG4.748.21 (Troezen).
Spanish (DGE)
-έως, ὁ
• Morfología: [ac. sg. δεκαδῆ IG 4.748.21 (Trezén IV a.C.)]
1 decurión, miembro de una decuria al mando de un decadarco δεκάδαρχοι μὲν δεκαδέων ἐπιμέλονται X.Cyr.8.1.14, cf. 2.2.30.
2 presidente del consejo de los diez uno por cada tribu de Trezén IG l.c.
German (Pape)
[Seite 542] ὁ, zu einer Decurie gehörend, Xen. Cyr. 2, 2, 30.
French (Bailly abrégé)
έως (ὁ) :
qui fait partie d'une décurie.
Étymologie: δεκάς.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δεκαδεύς -έως, ὁ [δεκάς] lid van een groep van tien.
Russian (Dvoretsky)
δεκᾰδεύς: έως ὁ солдат той же декады, товарищ по декаде (см. δεκάς
2) Xen.
Greek Monolingual
δεκαδεύς (-έως), ο (Α) δεκάς
1. αυτός που ανήκει σε μία δεκαδαρχία
2. ο πρόεδρος δεκαμελούς συμβουλίου.
Greek Monotonic
δεκαδεύς: -έως, ὁ (δεκάς), αυτός που ανήκει σε μια δεκαρχία, σε μία διοίκηση που αποτελείται από δέκα άντρες, σε Ξεν.
Greek (Liddell-Scott)
δεκαδεύς: έως, ὁ, ὁ ἀνήκων εἰς μίαν δεκαδαρχίαν (decurio), Ξεν. Κύρ. 2. 2, 30.
Middle Liddell
δεκάς
one of a decury, Xen.