κρηνίς: Difference between revisions

From LSJ

ζῆν ἀλύπως, ἢ θανεῖν εὐδαιμόνως → Felicis aevum sine malis agere aut mori → Ein Leben ohne Betrübnis oder ein seliger Tod

Menander, Monostichoi, 202
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 13: Line 13:
|btext=ῖδος (ἡ) :<br /><i>dim. de</i> [[κρήνη]].
|btext=ῖδος (ἡ) :<br /><i>dim. de</i> [[κρήνη]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''κρηνίς''': ῖδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ [[κρήνη]], Πινδ. Ἀποσπ. 136, Εὐρ. Ἱππ. 208, Διον. Ἁλ. 1. 32. ΙΙ. Κρηνῖδες ἢ -ίδες ἡ [[μετέπειτα]] [[πόλις]] Φίλιπποι τῆς Μακεδονίας, Στράβ. 331 Ἀππ. Ἐμφύλ. Πόλεμ. 4. 105. ῑ, Δράκων 23. 14.
|elnltext=κρηνίς -ῖδος, ἡ, Dor. κρανίς [κρήνη] bron, fontein.
}}
{{elru
|elrutext='''κρηνίς:''' дор. [[κρανίς|κρᾱνίς]], ῖδος ἡ Eur. = [[κρηνίδιον]].
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 22: Line 25:
|lsmtext='''κρηνίς:''' -ῖδος, ἡ, υποκορ. του [[κρήνη]], σε Ευρ.
|lsmtext='''κρηνίς:''' -ῖδος, ἡ, υποκορ. του [[κρήνη]], σε Ευρ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''κρηνίς:''' дор. [[κρανίς|κρᾱνίς]], ῖδος Eur. = [[κρηνίδιον]].
|lstext='''κρηνίς''': ῖδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ [[κρήνη]], Πινδ. Ἀποσπ. 136, Εὐρ. Ἱππ. 208, Διον. Ἁλ. 1. 32. ΙΙ. Κρηνῖδες ἢ -ίδες ἡ [[μετέπειτα]] [[πόλις]] Φίλιπποι τῆς Μακεδονίας, Στράβ. 331 Ἀππ. Ἐμφύλ. Πόλεμ. 4. 105. ῑ, Δράκων 23. 14.
}}
{{elnl
|elnltext=κρηνίς -ῖδος, ἡ, Dor. κρανίς [κρήνη] bron, fontein.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[κρηνίς]], ῖδος, ἡ, [Dim. of [[κρήνη]], Eur.]
|mdlsjtxt=[[κρηνίς]], ῖδος, ἡ, [Dim. of [[κρήνη]], Eur.]
}}
}}

Revision as of 20:55, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρηνίς Medium diacritics: κρηνίς Low diacritics: κρηνίς Capitals: ΚΡΗΝΙΣ
Transliteration A: krēnís Transliteration B: krēnis Transliteration C: krinis Beta Code: krhni/s

English (LSJ)

ῖδος, ἡ, A = κρήνη, E.Hipp.208 (anap.), Call.Fr.anon.98, Theoc.1.22 (Dor.κρᾱν-), D.H.1.32. II pl. Κρηνῖδες, αἱ, ancient name for Philippi in Macedonia, Str.7 Fr.34, App.BC4.105; τὰ ἐγ Κρηνῖσιν, as local place-name, IG12(5).544 B2.47 (Ceos).

French (Bailly abrégé)

ῖδος (ἡ) :
dim. de κρήνη.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κρηνίς -ῖδος, ἡ, Dor. κρανίς [κρήνη] bron, fontein.

Russian (Dvoretsky)

κρηνίς: дор. κρᾱνίς, ῖδος ἡ Eur. = κρηνίδιον.

Greek Monolingual

κρηνίς, -ῑδος, ἡ (Α) κρήνη
1. η κρήνη («πῶς ἂν δροσερᾱς ἀπὸ κρηνῑδος», Ευρ.)
2. (στον πληθ. ως τοπων.) αἱ Κρηνῑδες ή Κρηνίδες
η πόλη Φίλιπποι της Μακεδονίας («ὅτι πλεῖστα μέταλλά ἐστι χρυσοῦ ἐν ταῖς Κρηνῑσιν», Στράβ.).

Greek Monotonic

κρηνίς: -ῖδος, ἡ, υποκορ. του κρήνη, σε Ευρ.

Greek (Liddell-Scott)

κρηνίς: ῖδος, ἡ, ὑποκορ. τοῦ κρήνη, Πινδ. Ἀποσπ. 136, Εὐρ. Ἱππ. 208, Διον. Ἁλ. 1. 32. ΙΙ. Κρηνῖδες ἢ -ίδες ἡ μετέπειτα πόλις Φίλιπποι τῆς Μακεδονίας, Στράβ. 331 Ἀππ. Ἐμφύλ. Πόλεμ. 4. 105. ῑ, Δράκων 23. 14.

Middle Liddell

κρηνίς, ῖδος, ἡ, [Dim. of κρήνη, Eur.]