ἰσομετρία: Difference between revisions

From LSJ

Πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → Boni parentis ira nulla in filium → Ein guter Vater zürnt nicht gegen seinen Sohn

Menander, Monostichoi, 451
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />mesure égale.<br />'''Étymologie:''' [[ἰσόμετρος]].
|btext=ας (ἡ) :<br />mesure égale.<br />'''Étymologie:''' [[ἰσόμετρος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἰσομετρία:''' ἡ [[равная мера или равномерность]] Arst., Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἰσομετρία]]) [[ισόμετρος]]<br />[[ισότητα]] μέτρου, [[ισότητα]] [[προς]] [[κάτι]] που λαμβάνεται ως [[μέτρο]], [[ισότητα]] ενός πράγματος [[προς]] [[άλλο]] με [[βάση]] κάποιο [[μέτρο]], [[συμμετρία]], [[συμμετρικότητα]], [[αναλογία]].
|mltxt=η (Α [[ἰσομετρία]]) [[ισόμετρος]]<br />[[ισότητα]] μέτρου, [[ισότητα]] [[προς]] [[κάτι]] που λαμβάνεται ως [[μέτρο]], [[ισότητα]] ενός πράγματος [[προς]] [[άλλο]] με [[βάση]] κάποιο [[μέτρο]], [[συμμετρία]], [[συμμετρικότητα]], [[αναλογία]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἰσομετρία:''' ἡ [[равная мера или равномерность]] Arst., Plut.
}}
}}

Revision as of 20:30, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰσομετρία Medium diacritics: ἰσομετρία Low diacritics: ισομετρία Capitals: ΙΣΟΜΕΤΡΙΑ
Transliteration A: isometría Transliteration B: isometria Transliteration C: isometria Beta Code: i)sometri/a

English (LSJ)

ἡ, equality of measure, Arist.Fr. 47.

German (Pape)

[Seite 1265] ἡ, gleiches Maaß, Plut. de music. 23.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
mesure égale.
Étymologie: ἰσόμετρος.

Russian (Dvoretsky)

ἰσομετρία:равная мера или равномерность Arst., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἰσομετρία: ἡ, ἰσότης μέτρου, Ἀριστ. Ἀποσπ. 43.

Greek Monolingual

η (Α ἰσομετρία) ισόμετρος
ισότητα μέτρου, ισότητα προς κάτι που λαμβάνεται ως μέτρο, ισότητα ενός πράγματος προς άλλο με βάση κάποιο μέτρο, συμμετρία, συμμετρικότητα, αναλογία.