διολκή: Difference between revisions
Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (pape replacement) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[διολκή]], η (Α) [[ολκή]]<br />[[διχογνωμία]]. | |mltxt=[[διολκή]], η (Α) [[ολκή]]<br />[[διχογνωμία]]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, <i>das [[Durchziehen]]</i>, bes. <i>[[Verdrehen]] eines Satzes</i>, Sext.Emp. <i>adv.Math</i>. 8.322. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:36, 24 November 2022
English (LSJ)
ἡ, (διέλκω) A drawing away, διολκὴν εἰς τἀναντία γίνεσθαι Phld.Mus.p.35 K.; extraction of the foetus, Sor.2.62 (pl.). II diversity of opinion, S.E.M.8.322, Numen. ap. Eus.PE14.5.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
1 movimiento διολκὴν εἰς τἀν αντία γίνεσθαι ἀπ' ἐναντίων Phld.Mus.p.78v.K., πρὸς τὰ ἐναντία δ. τῶν στοιχείων Basil.Hex.1.11.
2 extracción τοῦ ἐμβρύου Sor.141.1.
3 retraso, demora ἵνα ... ἀπὸ τοῦ νῦν μηδεμία πρόφασις ... διολκῆς καταλείπηται PFam.Teb.24.93 (II d.C.), ἡ γὰρ δ. γέγονεν ἐν τῷ ... PMich.486.8 (II d.C.).
4 fig. diversidad de interpretación, posibilidad de discusión τὸ πρόδηλον ... οὐδεμίαν διολκὴν ἐπιδέχεται S.E.M.8.322, πολλὴν δὲ ἔχει τὰ ζητούμενα πράγματα διολκήν Origenes Cels.3.12, c. gen. τῶν δογμάτων Numen.24.64.
Russian (Dvoretsky)
διολκή: ἡ досл. расхождение, разброд, перен. недоумение (εἰς διολκὴν πίπτειν Sext.).
Greek (Liddell-Scott)
διολκή: ἡ, (διέλκω) διαφορὰ γνώμης, διχογνωμία, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 8. 322.
Greek Monolingual
διολκή, η (Α) ολκή
διχογνωμία.
German (Pape)
ἡ, das Durchziehen, bes. Verdrehen eines Satzes, Sext.Emp. adv.Math. 8.322.