οἰνιστηρία: Difference between revisions
From LSJ
Φύσιν πονηρὰν μεταβαλεῖν οὐ ῥᾴδιον → Haud facile commutatur ingenium malum → Verdorbene Natur zu ändern ist nicht leicht
m (pape replacement) |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=oinistiria | |Transliteration C=oinistiria | ||
|Beta Code=oi)nisthri/a | |Beta Code=oi)nisthri/a | ||
|Definition=ἡ, [[cup]] used at this festival, Pamphil. ap. | |Definition=ἡ, [[cup]] used at this festival, Pamphil. ap. Ath.11.494f:—also [[οἰνίστρια]], Poll.6.22. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Latest revision as of 11:33, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, cup used at this festival, Pamphil. ap. Ath.11.494f:—also οἰνίστρια, Poll.6.22.
Greek Monolingual
οἰνιστηρία ἡ (Α) οινιστήρια
το ποτήρι με το οποίο προσφερόταν κρασί κατά τα οινιστήρια.
Greek Monolingual
οἰνιστήρια και οἰνιαστήρια, τὰ (Α)
εορτή στην αρχαία Αθήνα, κατά την οποία οι γονείς έκοβαν τα μαλλιά και τα γένια τών υιών τους προκειμένου να τοὺς γράψουν στην τάξη τών ἐφήβων, προσέφεραν σπονδή στον Ηρακλέα και έδιναν στους προσκεκλημένους να πιουν κρασί («οἰνιστήρια
σπονδὴ τελουμένη τῷ Ἡρακλεῖ ὑπὸ τῶν ἐφήβων πρίν ἀποκείρασθαι», Ευστάθ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἰνίζω (Ι) + επίθημα -τήριον / -τήρια (πρβλ. αγισ-τήρια Ανθεσ-τήρια)].
German (Pape)
ἡ, s. οἰνιστήρια.