διοδοιπορέω: Difference between revisions

From LSJ

τὴν πρὶν ἐνεσφρήγισσεν Ἔρως θρασὺς εἰκόνα μορφῆς ἡμετέρης θερμῷ βένθεϊ σῆς κραδίης → the image of my beauty that bold Love earlier stamped in the hot depths of your heart

Source
m (pape replacement)
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
Line 18: Line 18:
{{ls
{{ls
|lstext='''διοδοιπορέω''': [[διοδεύω]], τὰς δύο μοίρας [τῆς ὁδοῦ] Ἡρόδ. 8. 129.
|lstext='''διοδοιπορέω''': [[διοδεύω]], τὰς δύο μοίρας [τῆς ὁδοῦ] Ἡρόδ. 8. 129.
}}
{{pape
|ptext=<i>[[durchgehen]], -[[reisen]]</i>, Her. 8.129 und Sp.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 24: Line 27:
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. ήσω = [[διοδεύω]], Hdt.]
|mdlsjtxt=fut. ήσω = [[διοδεύω]], Hdt.]
}}
{{pape
|ptext=<i>[[durchgehen]], -[[reisen]]</i>, Her. 8.129 und Sp.
}}
}}

Revision as of 12:31, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διοδοιπορέω Medium diacritics: διοδοιπορέω Low diacritics: διοδοιπορέω Capitals: ΔΙΟΔΟΙΠΟΡΕΩ
Transliteration A: diodoiporéō Transliteration B: diodoiporeō Transliteration C: diodoiporeo Beta Code: diodoipore/w

English (LSJ)

= διοδεύω (travel through), τὰς δύο μοίρας [τῆς ὁδοῦ] Hdt.8.129, cf. J. Ap.2.16.

Spanish (DGE)

viajar por, atravesar τὰς δύο μοίρας (τῆς ὁδοῦ) Hdt.8.129, τὴν ἄνυδρον ... καὶ πολλὴν ψάμμον I.Ap.2.157, ὁδόν Ezech.169 (cj.).

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
pqp. épq. 3ᵉ pl. διωδοιπορήκεσαν;
faire route à travers.
Étymologie: διά, ὁδοιπορέω.

Greek (Liddell-Scott)

διοδοιπορέω: διοδεύω, τὰς δύο μοίρας [τῆς ὁδοῦ] Ἡρόδ. 8. 129.

German (Pape)

durchgehen, -reisen, Her. 8.129 und Sp.

Russian (Dvoretsky)

διοδοιπορέω: Her. = διοδεύω.

Middle Liddell

fut. ήσω = διοδεύω, Hdt.]