δελτωτός: Difference between revisions
Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
mNo edit summary |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=deltotos | |Transliteration C=deltotos | ||
|Beta Code=deltwto/s | |Beta Code=deltwto/s | ||
|Definition= | |Definition=δελτωτή, δελτωτόν, in the shape of the [[letter]] [[delta]]: [[τὸ Δελτωτόν]] = [[the constellation Triangle]], [[triangulum|Triangulum]] Arat.235, Eratosth.''Cat.''20 tit. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE |
Latest revision as of 11:01, 25 August 2023
English (LSJ)
δελτωτή, δελτωτόν, in the shape of the letter delta: τὸ Δελτωτόν = the constellation Triangle, Triangulum Arat.235, Eratosth.Cat.20 tit.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
1 en forma de delta de los dípticos que se abren en forma de delta como etim. de δέλτος Eust.421.32, 633.15.
2 subst. τὸ Δελτωτόν astr. el Triángulo constelación del hemisferio boreal cercana al Trópico de Cáncer, Eratosth.Cat.20, Arat.235, Manil.1.353, 5.714, Tat.Orat.9, Simp.in Cael.436.24, Cat.Cod.Astr.9(1).185.18, 186.17.
German (Pape)
[Seite 544] dreieckig; τὸ δελτωτόν, das Dreieck, Arcad. 123, 26; Arat. phaen. 234.
Greek (Liddell-Scott)
δελτωτός: -ή, -όν, ὁ ἔχων τὸ σχῆμα τοῦ γράμματος Δ· τὸ δελτωτόν, ἀστερισμός τις τριγωνικὸν σχῆμα ἔχων, Ἄρατ. 235.
Greek Monolingual
-ή, -ό (AM δελτωτός, -ή, -όν) δέλτα
1. αυτός που έχει το σχήμα του γράμματος Δ («ἡ δὲ 'Ρόδος ἡ νῆσος... δελτωτὴ τὸ σχῆμα»)
2. ο αστερισμός του τριγώνου
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το δελτωτό (ν)
ο πλωτήρας του δρομόμετρου με το οποίο μετριέται η ταχύτητα του πλοίου
μσν.
το ισοσκελές τρίγωνο.