φλεβοτομία: Difference between revisions
From LSJ
(6_10) |
(45) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φλεβοτομία''': ἡ, ἡ [[τομή]], τὸ [[ἄνοιγμα]] φλεβός, [[ἀφαίρεσις]] αἵματος διὰ τομῆς φλεβός, Γαλην., κλπ.· φλεβοτομίας ποιεῖσθαι Πόλυβος ἐν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 3, 1. | |lstext='''φλεβοτομία''': ἡ, ἡ [[τομή]], τὸ [[ἄνοιγμα]] φλεβός, [[ἀφαίρεσις]] αἵματος διὰ τομῆς φλεβός, Γαλην., κλπ.· φλεβοτομίας ποιεῖσθαι Πόλυβος ἐν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 3, 1. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η, ΝΜΑ<br />[[τομή]] φλέβας<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ιατρ.</b> [[διατομή]] του τοιχώματος μιας φλέβας για [[εκτέλεση]] αφαιμάξεως.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φλεβοτόμος]]. Η λ., ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>phlebotomie</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 13:00, 29 September 2017
English (LSJ)
Ion. -ιη, ἡ,
A blood-letting, Hp.Coac.288, Nat.Hom.11, Aristid.Or.49(25).34 (pl.), Gal.6.256; φλεβοτομίας ποιεῖσθαι Polybus ap.Arist.HA512b17.
German (Pape)
[Seite 1290] ἡ, das Oeffnen der Ader, Aderlassen, Arist. H. A. 3, 3 u. Medic.
Greek (Liddell-Scott)
φλεβοτομία: ἡ, ἡ τομή, τὸ ἄνοιγμα φλεβός, ἀφαίρεσις αἵματος διὰ τομῆς φλεβός, Γαλην., κλπ.· φλεβοτομίας ποιεῖσθαι Πόλυβος ἐν Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 3, 1.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ
τομή φλέβας
νεοελλ.
ιατρ. διατομή του τοιχώματος μιας φλέβας για εκτέλεση αφαιμάξεως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φλεβοτόμος. Η λ., ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. phlebotomie].