Σιμωνίδης: Difference between revisions
From LSJ
ταράσσει τοὺς ἀνθρώπους οὐ τὰ πράγματα, ἀλλὰ τὰ περὶ τῶν πραγμάτων δόγματα → what disturbs people is not what happens, but their view of what happens | it is not the things themselves that disturb men, but their judgements about these things
(6_19) |
(Bailly1_4) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Σῐμωνίδης''': -ου, καὶ Ἰων. εω, ὁ, Δωρ. -δας, α, κλητ. -ίδη (Θεόγνωστ. 469), [[ὄνομα]] δύο περιωνύμων ποιητῶν, Ἡρόδ. 5. 102, Πλάτ. Πρωτ. 339Α· Ἀθήν. 460Β, κτλ.· ― ἐπίθ. Σιμωνίδειος, ον, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Σιμωνίδην ἢ ὅμοιον αὐτῷ, [[τρόπος]] Πλούτ. 2. 1137F. | |lstext='''Σῐμωνίδης''': -ου, καὶ Ἰων. εω, ὁ, Δωρ. -δας, α, κλητ. -ίδη (Θεόγνωστ. 469), [[ὄνομα]] δύο περιωνύμων ποιητῶν, Ἡρόδ. 5. 102, Πλάτ. Πρωτ. 339Α· Ἀθήν. 460Β, κτλ.· ― ἐπίθ. Σιμωνίδειος, ον, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Σιμωνίδην ἢ ὅμοιον αὐτῷ, [[τρόπος]] Πλούτ. 2. 1137F. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />Simonide, <i>poète lyrique de Kéos</i>.<br />'''Étymologie:'''. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:09, 9 August 2017
English (LSJ)
ου and Ion. εω, ὁ, voc.
A -ίδη AP6.213 (Simon.):—Simonides, Hdt.5.102, Pl.Prt.339a, etc.:—Adj. Σιμωνίδειος, ον, of or like Simonides, τρόπος Plu.2.1137f.
Greek (Liddell-Scott)
Σῐμωνίδης: -ου, καὶ Ἰων. εω, ὁ, Δωρ. -δας, α, κλητ. -ίδη (Θεόγνωστ. 469), ὄνομα δύο περιωνύμων ποιητῶν, Ἡρόδ. 5. 102, Πλάτ. Πρωτ. 339Α· Ἀθήν. 460Β, κτλ.· ― ἐπίθ. Σιμωνίδειος, ον, ὁ ἀνήκων εἰς τὸν Σιμωνίδην ἢ ὅμοιον αὐτῷ, τρόπος Πλούτ. 2. 1137F.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
Simonide, poète lyrique de Kéos.
Étymologie:.