ἑρμασμός: Difference between revisions

From LSJ

φιλοσοφίαν καινὴν γὰρ οὗτος φιλοσοφεῖ → this man adopts a new philosophy

Source
(6_14)
(14)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑρμασμός''': ὁ, [[ὑποστήριγμα]] (πρβλ. τὸ ἑπόμ.), Ἱππ. π. Ἀγμ. 770.
|lstext='''ἑρμασμός''': ὁ, [[ὑποστήριγμα]] (πρβλ. τὸ ἑπόμ.), Ἱππ. π. Ἀγμ. 770.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἑρμασμός]], ὁ (Α) [[ερμάζω]]<br />[[υποστήριγμα]], [[υποστήριξη]].
}}
}}

Revision as of 06:33, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑρμασμός Medium diacritics: ἑρμασμός Low diacritics: ερμασμός Capitals: ΕΡΜΑΣΜΟΣ
Transliteration A: hermasmós Transliteration B: hermasmos Transliteration C: ermasmos Beta Code: e(rmasmo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A supporting, Id.Fract.29.

German (Pape)

[Seite 1032] ὁ, das Stützen, Feststellen, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

ἑρμασμός: ὁ, ὑποστήριγμα (πρβλ. τὸ ἑπόμ.), Ἱππ. π. Ἀγμ. 770.

Greek Monolingual

ἑρμασμός, ὁ (Α) ερμάζω
υποστήριγμα, υποστήριξη.