υποστήριξη
From LSJ
οὐκ ἔστιν οὐδείς, οὐδ' ὁ Μυσῶν ἔσχατος → there is nobody, not even the last of the Mysians | there is nobody, not even the meanest of mankind
Greek Monolingual
η / ὑποστήριξις, -ίξεως, ΝΜ ὑποστηρίζω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του υποστηρίζω
νεοελλ.
μτφ. βοήθεια, ενίσχυση, υπεράσπιση.