μηνιάω: Difference between revisions

From LSJ

καὶ οὐκ ἐκδικᾶταί σου ἡ χείρ, καὶ οὐ μηνιεῖς τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· ἐγώ εἰμι κύριος. Τὸν νόμον μου φυλάξεσθε → Let your hand not seek vengeance; do not show wrath toward the children of your people; love your neighbor as yourself. I am the Lord! Keep my Torah! (Leviticus 19:18f. LXX)

Source
(6_2)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μηνιάω''': [[μηνίω]], ὀργίζομαι, εἶμαι ὡργισμένος, Διον. Ἁλ. Τέχ. Ρητ. 9. 16, Αἰλ. π. Ζ. 6. 17, πρβλ. Εὐστ. 95. 11. Τὸ Ἐπ. μηνιόωσιν παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. Β. 247 [[εἶναι]] πιθανῶς ἠμαρτημένον, ἴδε [[μαλκίω]].
|lstext='''μηνιάω''': [[μηνίω]], ὀργίζομαι, εἶμαι ὡργισμένος, Διον. Ἁλ. Τέχ. Ρητ. 9. 16, Αἰλ. π. Ζ. 6. 17, πρβλ. Εὐστ. 95. 11. Τὸ Ἐπ. μηνιόωσιν παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. Β. 247 [[εἶναι]] πιθανῶς ἠμαρτημένον, ἴδε [[μαλκίω]].
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>seul. prés;<br />c.</i> [[μηνίω]].
}}
}}

Revision as of 19:25, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηνιάω Medium diacritics: μηνιάω Low diacritics: μηνιάω Capitals: ΜΗΝΙΑΩ
Transliteration A: mēniáō Transliteration B: mēniaō Transliteration C: miniao Beta Code: mhnia/w

English (LSJ)

   A = μηνίω, LXX Si.10.6, D.H.Rh.9.16, Ph.2.31, Ael.NA6.17: Ep. 3pl. pres. μηνιόωσιν A.R.2.247; πρός τι Charito 1.2.

German (Pape)

[Seite 174] poet. = μηνίω, τῷ τοι μέγα μηνιόωσιν, Ap. Rh. 2, 247; vgl. Lob. Phryn. 82.

Greek (Liddell-Scott)

μηνιάω: μηνίω, ὀργίζομαι, εἶμαι ὡργισμένος, Διον. Ἁλ. Τέχ. Ρητ. 9. 16, Αἰλ. π. Ζ. 6. 17, πρβλ. Εὐστ. 95. 11. Τὸ Ἐπ. μηνιόωσιν παρ’ Ἀπολλ. Ροδ. Β. 247 εἶναι πιθανῶς ἠμαρτημένον, ἴδε μαλκίω.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
seul. prés;
c.
μηνίω.