ἐπανηλογέω: Difference between revisions
From LSJ
Ἥξει τὸ γῆρας πᾶσαν αἰτίαν φέρον → Veniet senectus omne crimen sustinens → Bald kommt das Alter, das an allem trägt die Schuld
(5) |
(6_3) |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=e)panhloge/w | |Beta Code=e)panhloge/w | ||
|Definition=f.l. in <span class="bibl">Hdt. 1.90</span> <b class="b3">ἐπανηλόγησε πᾶσαν τὴν ἑωυτοῦ διάνοιαν</b> (leg. <b class="b3">ἐπαλιλλόγησε</b> from <span class="bibl">Poll. 2.120</span>, cf. <span class="bibl">Hdt.1.118</span>). | |Definition=f.l. in <span class="bibl">Hdt. 1.90</span> <b class="b3">ἐπανηλόγησε πᾶσαν τὴν ἑωυτοῦ διάνοιαν</b> (leg. <b class="b3">ἐπαλιλλόγησε</b> from <span class="bibl">Poll. 2.120</span>, cf. <span class="bibl">Hdt.1.118</span>). | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐπανηλογέω''': [[τύπος]] [[ἀμφίβολος]] ἐν Ἡροδ. 1. 90, ἐπανηλόγησε πᾶσαν τὴν [[ἑωυτοῦ]] διάνοιαν, [[ἔνθα]] (εἰ γνήσιον) πρέπει νὰ σημαίνῃ ἀφηγοῦμαι [[πάλιν]]: ὁ Valck. [[ὅμως]] καὶ ἄλλοι διορθοῦσιν ἐπαλιλλόγησεν ἐκ τοῦ Πολυδεύκους Βʹ, 120, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 118. ‒ Ὁ [[τύπος]] [[κατηλογέω]] δὲν δύναται νὰ μνημονευθῇ ὡς ἀποτελῶν ἀναλογίαν, [[διότι]] ἰσοδυναμεῖ τῷ καταλογέω (τὸ δὲ [[ἀλογέω]] ἐσχηματίσθη κανονικῶς ἐκ τοῦ [[ἄλογος]]), ἐνῷ τὸ [[ἐπανηλογέω]] πρέπει νὰ ἰσοδυναμῇ τῷ ἐπαναλογέω. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:15, 5 August 2017
English (LSJ)
f.l. in Hdt. 1.90 ἐπανηλόγησε πᾶσαν τὴν ἑωυτοῦ διάνοιαν (leg. ἐπαλιλλόγησε from Poll. 2.120, cf. Hdt.1.118).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπανηλογέω: τύπος ἀμφίβολος ἐν Ἡροδ. 1. 90, ἐπανηλόγησε πᾶσαν τὴν ἑωυτοῦ διάνοιαν, ἔνθα (εἰ γνήσιον) πρέπει νὰ σημαίνῃ ἀφηγοῦμαι πάλιν: ὁ Valck. ὅμως καὶ ἄλλοι διορθοῦσιν ἐπαλιλλόγησεν ἐκ τοῦ Πολυδεύκους Βʹ, 120, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 118. ‒ Ὁ τύπος κατηλογέω δὲν δύναται νὰ μνημονευθῇ ὡς ἀποτελῶν ἀναλογίαν, διότι ἰσοδυναμεῖ τῷ καταλογέω (τὸ δὲ ἀλογέω ἐσχηματίσθη κανονικῶς ἐκ τοῦ ἄλογος), ἐνῷ τὸ ἐπανηλογέω πρέπει νὰ ἰσοδυναμῇ τῷ ἐπαναλογέω.