ὑπόστρωμα: Difference between revisions

From LSJ

ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → injustice: the state of despising the laws

Source
(6_22)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπόστρωμα''': τό, πᾶν ὅ,τι στρώνεται [[ὑποκάτω]], [[στρῶμα]], στρωσίδιον, ἵππου Ξεν. Ἱππ. 5, 2, πρβλ. Διοσκ. 1. 35. 2) τὸ ὑπὸ τὸ [[σάγμα]] [[στρῶμα]], Ἄννα Κομν. Βιβλ. 4.
|lstext='''ὑπόστρωμα''': τό, πᾶν ὅ,τι στρώνεται [[ὑποκάτω]], [[στρῶμα]], στρωσίδιον, ἵππου Ξεν. Ἱππ. 5, 2, πρβλ. Διοσκ. 1. 35. 2) τὸ ὑπὸ τὸ [[σάγμα]] [[στρῶμα]], Ἄννα Κομν. Βιβλ. 4.
}}
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />ce qu’on étend dessous, matelas, tapis, litière.<br />'''Étymologie:''' [[ὑποστρώννυμι]].
}}
}}

Revision as of 20:07, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπόστρωμα Medium diacritics: ὑπόστρωμα Low diacritics: υπόστρωμα Capitals: ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ
Transliteration A: hypóstrōma Transliteration B: hypostrōma Transliteration C: ypostroma Beta Code: u(po/strwma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A that which is spread under, bedding, litter, ἵππου X.Eq.5.2, cf. Dsc.1.103, Peripl.M.Rubr.65.

German (Pape)

[Seite 1234] τό, das Untergebreitete, Lager, Polster, Streu, Xen. Hipp. 5, 2; – Verdeck des Schiffes, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπόστρωμα: τό, πᾶν ὅ,τι στρώνεται ὑποκάτω, στρῶμα, στρωσίδιον, ἵππου Ξεν. Ἱππ. 5, 2, πρβλ. Διοσκ. 1. 35. 2) τὸ ὑπὸ τὸ σάγμα στρῶμα, Ἄννα Κομν. Βιβλ. 4.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
ce qu’on étend dessous, matelas, tapis, litière.
Étymologie: ὑποστρώννυμι.