ἐδητύς: Difference between revisions

From LSJ

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
(6_22)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐδητύς''': -ύος, ἡ, [[τροφή]], [[φαγητόν]], παρ’ Ὁμήρῳ ἀείποτε ἐν τῇ φράσει: πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο, ἐκορέσθησαν ἐσθίοντες καὶ πίνοντες, Ἰλ. Α. 469. κτλ.· πλὴν ἐν Ὀδ. Ζ. 250, δηρὸν γὰρ ἐδητύος ἦεν [[ἄπαστος]].
|lstext='''ἐδητύς''': -ύος, ἡ, [[τροφή]], [[φαγητόν]], παρ’ Ὁμήρῳ ἀείποτε ἐν τῇ φράσει: πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο, ἐκορέσθησαν ἐσθίοντες καὶ πίνοντες, Ἰλ. Α. 469. κτλ.· πλὴν ἐν Ὀδ. Ζ. 250, δηρὸν γὰρ ἐδητύος ἦεν [[ἄπαστος]].
}}
{{bailly
|btext=ύος (ἡ) :<br />le manger ; nourriture <i>en gén.</i><br />'''Étymologie:''' [[ἔδω]].
}}
}}

Revision as of 19:53, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐδητύς Medium diacritics: ἐδητύς Low diacritics: εδητύς Capitals: ΕΔΗΤΥΣ
Transliteration A: edētýs Transliteration B: edētys Transliteration C: editys Beta Code: e)dhtu/s

English (LSJ)

ύος, ἡ,

   A meat, food, in Hom. always in phrase, πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο Il.1.469, etc.; exc. Od.6.250 δηρὸν γὰρ ἐδητύος ἦεν ἄπαστος.

German (Pape)

[Seite 715] ύος, ἡ, Speise, Essen, Od. 4, 788 u. öfter, neben πόσις; übh. Nahrung, 6, 250.

Greek (Liddell-Scott)

ἐδητύς: -ύος, ἡ, τροφή, φαγητόν, παρ’ Ὁμήρῳ ἀείποτε ἐν τῇ φράσει: πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο, ἐκορέσθησαν ἐσθίοντες καὶ πίνοντες, Ἰλ. Α. 469. κτλ.· πλὴν ἐν Ὀδ. Ζ. 250, δηρὸν γὰρ ἐδητύος ἦεν ἄπαστος.

French (Bailly abrégé)

ύος (ἡ) :
le manger ; nourriture en gén.
Étymologie: ἔδω.