θερείβοτος: Difference between revisions

From LSJ

πολλὰ μεταξὺ πέλει κύλικος καὶ χείλεος ἄκρου → there is many a slip twixt cup and lip, there's many a slip twixt cup and lip, there's many a slip 'twixt cup and lip, there's many a slip twixt the cup and the lip, there's many a slip 'twixt the cup and the lip

Source
(6_15)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θερείβοτος''': -ον, ([[βόσκω]]) χρησιμεύων κατὰ τὸ [[θέρος]] εἰς βοσκήν, ἔχων κατὰ τὸ [[θέρος]] βοσκήν, Εὐστ. 222. 20.
|lstext='''θερείβοτος''': -ον, ([[βόσκω]]) χρησιμεύων κατὰ τὸ [[θέρος]] εἰς βοσκήν, ἔχων κατὰ τὸ [[θέρος]] βοσκήν, Εὐστ. 222. 20.
}}
{{grml
|mltxt=[[θερείβοτος]], -ον (Μ)<br />(για [[τόπο]]) αυτός που [[κατά]] το [[θέρος]] χρησιμεύει για [[βοσκή]] ζώων, που έχει [[χορτάρι]] [[κατά]] το [[θέρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θέρειος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>βοτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[βόσκω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>αιγί</i>-<i>βοτος</i>, <i>βού</i>-<i>βοτος</i>].
}}
}}

Revision as of 07:17, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θερείβοτος Medium diacritics: θερείβοτος Low diacritics: θερείβοτος Capitals: ΘΕΡΕΙΒΟΤΟΣ
Transliteration A: thereíbotos Transliteration B: thereibotos Transliteration C: thereivotos Beta Code: qerei/botos

English (LSJ)

ον, (βόσκω)

   A serving for a summer-pasture, Eust.222.20.

German (Pape)

[Seite 1200] Sommerweiden habend, im Sommer zur Weide dienend, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

θερείβοτος: -ον, (βόσκω) χρησιμεύων κατὰ τὸ θέρος εἰς βοσκήν, ἔχων κατὰ τὸ θέρος βοσκήν, Εὐστ. 222. 20.

Greek Monolingual

θερείβοτος, -ον (Μ)
(για τόπο) αυτός που κατά το θέρος χρησιμεύει για βοσκή ζώων, που έχει χορτάρι κατά το θέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θέρειος + -βοτος (< βόσκω), πρβλ. αιγί-βοτος, βού-βοτος].