ἀδιάρθρωτος: Difference between revisions

From LSJ

αὐτὸς γὰρ εὗρε τοῦ κακοῦ τὴν πιτύαν → he asked for trouble

Source
(6_18)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀδιάρθρωτος''': -ον, ὁ μὴ [[διηρθρωμένος]], συνεζευγμένος, συνδεδεμένος, [[ἀσύνδετος]], Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2. 1, 5, καὶ ἀλλ. ΙΙ. ἐπὶ τῆς φωνῆς, [[ἄναρθρος]], Πλούτ. 2. 378C. - Ἐπιρρ. -τως, [[ἄνευ]] διακρίσεως, Γαλην. 16. σ. 240.
|lstext='''ἀδιάρθρωτος''': -ον, ὁ μὴ [[διηρθρωμένος]], συνεζευγμένος, συνδεδεμένος, [[ἀσύνδετος]], Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2. 1, 5, καὶ ἀλλ. ΙΙ. ἐπὶ τῆς φωνῆς, [[ἄναρθρος]], Πλούτ. 2. 378C. - Ἐπιρρ. -τως, [[ἄνευ]] διακρίσεως, Γαλην. 16. σ. 240.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />inarticulé, confus, inintelligible.<br />'''Étymologie:''' ἀ, [[διαρθρόω]].
}}
}}

Revision as of 19:39, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀδιάρθρωτος Medium diacritics: ἀδιάρθρωτος Low diacritics: αδιάρθρωτος Capitals: ΑΔΙΑΡΘΡΩΤΟΣ
Transliteration A: adiárthrōtos Transliteration B: adiarthrōtos Transliteration C: adiarthrotos Beta Code: a)dia/rqrwtos

English (LSJ)

ον,

   A not jointed or articulated, Arist.HA579a24,al.    II confused, λόγος Arr.Epict.1.17.1, Plu.2.378c.    2 not distinctly conceived, unanalysed, Phld.D.1.24 (Comp.); δόξα Alex.Aphr.in Metaph.26.22.    3 of literary style, disjointed, ἀ. ἐν σχήμασι Hermog.Id.2.11.    III unorganized, Arr.Epict.4.8.10.    IV Adv. -τως without distinction, Gal.16.240, cf. Alex.Aphr.in Metaph. 61.4, Plot 3.8.9.

Greek (Liddell-Scott)

ἀδιάρθρωτος: -ον, ὁ μὴ διηρθρωμένος, συνεζευγμένος, συνδεδεμένος, ἀσύνδετος, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 2. 1, 5, καὶ ἀλλ. ΙΙ. ἐπὶ τῆς φωνῆς, ἄναρθρος, Πλούτ. 2. 378C. - Ἐπιρρ. -τως, ἄνευ διακρίσεως, Γαλην. 16. σ. 240.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
inarticulé, confus, inintelligible.
Étymologie: ἀ, διαρθρόω.