ὀμφαλιστήρ: Difference between revisions

From LSJ

οἷς πρόθεσίς ἐστιν ἀδικεῖν, παρ' αὐτοῖς οὐδὲ δικαία ἀπολογία ἰσχύει → not even a just excuse means anything to those bent on injustice | the tyrant will always find a pretext for his tyranny | any excuse will serve a tyrant

Source
(6_15)
(29)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀμφᾰλιστήρ''': ὁ, τὸ [[ἐργαλεῖον]] δι’ οὗ ἀπέτεμνον τοῦ ὀμφαλοῦ τὸν [[λῶρον]], [[Πολυδ]]. Β΄, 169, Ἡσύχ., Φώτ.
|lstext='''ὀμφᾰλιστήρ''': ὁ, τὸ [[ἐργαλεῖον]] δι’ οὗ ἀπέτεμνον τοῦ ὀμφαλοῦ τὸν [[λῶρον]], [[Πολυδ]]. Β΄, 169, Ἡσύχ., Φώτ.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὀμφαλιστήρ]], -ῆρος, ὁ (Α)<br />[[εργαλείο]] για την [[αποκοπή]] του ομφάλιου λώρου τών βρεφών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀμφαλός]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τήρ</i>, μέσω ενός αμάρτυρου ρ. <i>ὀμφαλίζω</i> (<b>πρβλ.</b> <i>βραχιονισ</i>-<i>τήρ</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:09, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀμφᾰλιστήρ Medium diacritics: ὀμφαλιστήρ Low diacritics: ομφαλιστήρ Capitals: ΟΜΦΑΛΙΣΤΗΡ
Transliteration A: omphalistḗr Transliteration B: omphalistēr Transliteration C: omfalistir Beta Code: o)mfalisth/r

English (LSJ)

ῆρος, ὁ,

   A knife to cut the navel-string, Poll.2.169,4.208, Hsch.

German (Pape)

[Seite 343] ῆρος, ὁ, das Messer zum Abschneiden der Nabelschnur, VLL.

Greek (Liddell-Scott)

ὀμφᾰλιστήρ: ὁ, τὸ ἐργαλεῖον δι’ οὗ ἀπέτεμνον τοῦ ὀμφαλοῦ τὸν λῶρον, Πολυδ. Β΄, 169, Ἡσύχ., Φώτ.

Greek Monolingual

ὀμφαλιστήρ, -ῆρος, ὁ (Α)
εργαλείο για την αποκοπή του ομφάλιου λώρου τών βρεφών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀμφαλός + κατάλ. -τήρ, μέσω ενός αμάρτυρου ρ. ὀμφαλίζω (πρβλ. βραχιονισ-τήρ)].