διαυλοδρόμης: Difference between revisions
From LSJ
φελένη καὶ φάναξ καὶ φοῖκος καὶ φαήρ → Ἑλένη καὶ ἄναξ καὶ οἶκος καὶ ἀήρ | Helen, lord, house, and air
(6_19) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διαυλοδρόμης''': -ου, ὁ, ὁ τρέχων ἐν τῷ διαύλῳ, Πίνδ. Π.10.14. | |lstext='''διαυλοδρόμης''': -ου, ὁ, ὁ τρέχων ἐν τῷ διαύλῳ, Πίνδ. Π.10.14. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (ὁ) :<br />qui court le [[δίαυλος]].<br />'''Étymologie:''' [[δίαυλος]], [[δραμεῖν]]. | |||
}} | }} |